Υποχρεώση λογοδοσίας διαχειριστού εταιρείας.

Εφετείο Θεσσαλονίκης 109/2004

Δημοσιευμένη στο νομικό περιοδικό Επ Εμπ Δικ 2004.475

Υποχρεώση λογοδοσίας διαχειριστού εταιρείας.

Πρόεδρος: Χαρίλαος Αγγελόπουλος, Πρόεδρος Εφετών Εισηγητής: Γεώργιος Γεωργέλης, Εφέτης

Δικηγόροι: Ιωάννης Γιαννακού – Δημήτριος Τσαγκαλίδης

Στη με αριθ. καταθ. 584/9.1.1998 αγωγή που απευθύνθηκε στο … [Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης] εξέθεσε ο ενάγων κατ` εκτίμηση του δικογράφου αυτής τα εξής:

Οτι μεταξύ αυτού και του εναγομένου είχε συσταθεί νομότυπα με το από 18.1.1995 ιδιωτικό συμφωνητικό που δημοσιεύθηκε στα οικεία βιβλία του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης με τον αριθμό 420/23.1.1995 ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία “Ν.Β.Ε.Β. Ομόρρυθμη Εταιρία – Οικοδομικαί Επιχειρήσεις”, που σκοπό είχε την αγορά ακινήτων, την ανέγερση οικοδομών και την εν συνεχεία πώλησή τους, καθώς και την ανοικοδόμηση ακινήτων τρίτων με το σύστημα της αντιπαροχής και την πώληση των ακινήτων που θα περιέρχονταν σ` αυτή ως αμοιβή της.

Οτι η εταιρία αυτή, στην οποία ο καθένας τους συμμετείχε κατά ποσοστό 50%, λύθηκε με την από 8.10.1997 καταγγελία αυτού (ενάγοντος) που επιδόθηκε στον εναγόμενο με την 3345/13.10.1997 έκθεση επίδοσης και δημοσιεύθηκε στα οικεία βιβλία του ως άνω Πρωτοδικείου με τον αριθ. 3161/20.10.1997.

Οτι ο εναγόμενος, καίτοι ως διαχειριστής κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της εταιρίας και ως εκκαθαριστής μετά την λύση της και τη θέση της σε εκκαθάριση πραγματοποίησε διαχειριστικές πράξεις (εισπράξεις και πληρωμές) για λογαριασμό της εταιρίας, αρνείται να δώσει σ` αυτόν λεπτομερή λογαριασμό για τις εν λόγω διαχειριστικές του πράξεις.

Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά ζήτησε, όπως το αίτημα της αγωγής παραδεκτά περιορίστηκε, να υποχρεωθεί δικαστικά σε λογοδοσία για όλο το χρονικό διάστημα της ασκηθείσης από αυτόν διαχείρισης κατά το στάδιο λειτουργίας και εκκαθάρισης της εταιρίας και να υποχρεωθεί αυτός να του καταβάλει για την περίπτωση της μη συμμόρφωσής του το ποσό των 2.286.000 δρχ. ως πιθανολογούμενο έλλειμμα με το νόμιμο τόκο από της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Με την 3188/2000 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης υποχρεώθηκε ο εναγόμενος σε λογοδοσία για τις πράξεις της διαχείρισής του κατά το στάδιο της λειτουργίας και εκκαθάρισης της εταιρίας (έτος 1995 και εφεξής), με κατάθεση του λογαριασμού της διαχείρισης με τα σχετικά δικαιολογητικά στη Γραμματεία του Δικαστηρίου μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από της νομίμου κοινοποιήσεως σ` αυτόν της απόφασης.

Για την περίπτωση δε της μη συμμόρφωσής του υποχρεώθηκε να καταβάλει στον ενάγοντα το πιθανολογούμενο έλλειμμα από 2.286.000 δρχ. με τους νομίμους τόκους από της επίδοσης της αγωγής.

Με την εκκαλουμένη απόφαση που επακολούθησε κρίθηκε ότι ο λογαριασμός που κατατέθηκε από τον εναγόμενο μέσα στην προθεσμία που ορίσθηκε δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του νόμου, για το λόγο ότι δεν περιείχε λεπτομερή αντιπαράθεση των εξόδων και των εσόδων και το από την αντιπαράθεση αυτή αποτέλεσμα.

Ετσι θεωρήθηκε σαν να μην έχει κατατεθεί ο λογαριασμός και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος στην καταβολή του κατά τ` ανωτέρω πιθανολογούμενου ελλείμματος. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη ο εναγόμενος με την έφεσή του και ζητεί να γίνει δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ώστε ν` απορριφθεί η αγωγή.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 303 ΑΚ, όποιος έχει τη διαχείριση μιας ολικά ή μερικά ξένης υπόθεσης, εφόσον η διαχείριση συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει και προς τούτο οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλο γο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων, καθώς και ό, τι προκύπτει από την αντιπαράθεση αυτή και να επισυνάψει τα δικαιολογητικά, εφόσον συνηθίζονται.

Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, με την οποία καθιερώνεται η γενική υποχρέωση για εξώδικη ή δικαστική λογοδοσία εκείνου, στο πρόσωπο του οποίου συγκεντρώνονται οι προϋποθέσεις του νόμου, και ρυθμίζεται ο τρόπος κατά τον οποίο θα εκπληρωθεί στην πράξη η υποχρέωση λογοδοσίας, ο δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλογο έγγραφο λογαριασμό για τις διαχειριστικές πράξεις και για τον χρόνο για τον οποίο ζητείται η λογοδοσία, όπου πρέπει να αναγράφονται λε πτομερώς τα έσοδα και έξοδα που έχουν πραγματοποιηθεί κατά τον χρόνο της διαχείρισης, καθώς και το κατάλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά των δύο σκελών του λογαριασμού, ακόμη δε να επισυνάψει και τα δικαιολογητικά έγγραφα, εφόσον συνηθίζονται.

Εάν ο δοσίλογος δεν προβαίνει εξωδίκως σε ανακοίνωση προς τον δεξίλογο λογαριασμού ή εάν ο λογαριασμός που ανακοίνωσε ο δοσίλογος δεν είναι κανονικός κατά τους όρους και τον τύπο που αναφέρθηκαν, δεν εκπληρώνεται η παρα πάνω υποχρέωση του δoσιλόγoυ, δε δεξίλογος δικαιούται να επιδιώξει την εκπλήρωση της υποχρέωσης του δοσιλόγου περί ανακοινώσεως του λογαριασμού με αγωγή, στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 473477 ΚΠολΔ.

Για την πληρότητα της ιστορικής βάσης της αγωγής αυτής αρκεί το γεγονός ότι ο δοσίλογος διαχειρίστηκε υπόθεση ολικά ή μερικά του δεξιλόγου με βάση οποιαδήποτε μεταξύ τους έννομη σχέση.

Η έγερση της αγωγής αποκλείεται αν ο δοσίλογος έχει προβεί σε εξώδικη λογοδοσία σύμφωνα με τους παραπάνω όρους και τύπο ή αν ο δεξίλογος έχει αποδεχθεί και εγκρίνει το λογαριασμό που έδωσε ο δοσίλογος (ΑΠ 977/1997 ΝοΒ 46.347, ΕφΑθ 5884/2001 ΕλλΔνη 43.836).

Εξάλλου υπόχρεως σε λογοδοσία είναι και ο διαχειριστής ομόρρυθμης εταιρίας και, περαιτέρω, ούτε από τις διατάξεις των άρθρων 777, 778 ΑΚ, ούτε από κάποια άλλη διάταξη εξάγεται ότι, μετά τη θέση της ομόρρυθμης εταιρίας υπό εκκαθάριση λόγω λύσεως, κωλύεται προ του πέρατος αυτής η έγερση αγωγής περί λογοδοσίας υπό των εταίρων κατά του εκκαθαριστού ή ότι καθίσταται απαράδεκτη η συζήτηση αυτής (ΑΠ 1091/1975 ΝοΒ 24. 394).

Με βάση το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή είναι νόμιμη κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις και πλήρως ορισμένη, αφού εκτός των άλλων προσδιορίζεται τόσο το χρονικό διάστημα για το οποίο ζητείται η λογοδοσία (στάδιο λειτουργίας και εκκαθάρισης της εταιρίας) όσο και το αντικείμενο της διαχείρισης (εταιρικές υποθέσεις), γι` αυτό και ο πρώτος λόγος έφεσης με τον οποίο υποστηρίζονται τ` αντίθετα πρέπει ν` απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Από τις καταθέσεις των μαρτύρων του ενάγοντος που διαλαμβάνονται στα με αριθ. 3188/1999 και 21207/2002 πρακτικά του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, καθώς και την χωρίς όρκο εξέταση του εναγομένου που περιλαμβάνεται στα τελευταία πρακτικά και όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: [Ακολουθεί το ιστορικό που εκτίθεται στην αγωγή.]

Το πιθανολογούμενο υπέρ του ενάγοντος έλλειμμα από τη διαχείριση αυτή ανέρχεται στο ποσό των 2.286.000 δρχ.

Με βάση τα ως άνω αποδειχθέντα ο εναγόμενος είχε κατά νόμο υποχρέωση προς παροχή λογοδοσίας στον ενάγοντα για την γενομένη απ` αυτόν διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων.

Ο ισχυρισμός του εναγομένου περί απαραδέκτου της αγωγής, για το λόγο ότι κατά την άσκησή της δεν είχε περατωθεί η εκκαθάριση, είναι απορριπτέος, καθόσον, σύμφωνα με αυτά που εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, το γεγονός ότι η εταιρία βρίσκεται στο στάδιο της εκκαθάρισης δεν αποτελεί κώλυμα προς άσκηση της αγωγής για παροχή λογοδοσίας.

Εξετέρου αποδείχθηκε ότι, μέσα στον χρόνο που ορίστηκε από την προεκδοθείσα 3188/2000 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ο εναγόμενος προς συμμόρφωση με την σχετική διάταξη της απόφασης αυτής κατέθεσε στη Γραμματεία του εν λόγω Δικαστηρίου τον από 7.9.2000 λογαριασμό στον οποίο μεταξύ των άλλων εκθέτει και τα εξής: “Συμμορφούμενος προς το διατακτικό της ως άνω απόφασης συνυποβάλλω διά της παρούσης

α) επικυρωμένο αντίγραφο του βιβλίου εσόδων – εξόδων της εταιρίας μας,

β) αποδείξεις δαπανών με τιμολόγια και λοιπά παραστατικά και

γ) βεβαιώσεις ληξιπροθέσμων και μη εξοφληθεισών απαιτήσεων σε βάρος της εταιρίας, δ) αποδείξεις είσπραξης του δεξιλόγου. Από τα ως άνω προκύπτει ότι: Ο ενάγων κατέθεσε στο Ταμείο της εταιρίας συνολικά (κεφάλαιο + δάνειο) 13.100.000 δρχ. Η εταιρία μας εισέπραξε συνολικά μέχρι σήμερα 72.114.999 δρχ. Η εταιρία μας δαπάνησε μέχρι σήμερα 64.987.797 δρχ.

Η εταιρία μας οφείλει 4.814.574 δρχ. Ητοι καθαρό κέρδος 2.312.628 δρχ. Καθαρό κέρδος αντιστοιχούν στον ενάγοντα 1.156.314 δρχ. Ο ενάγων εισέπραξε από την εταιρία 16.098.000 δρχ. (8.700.000 + 383.000 + 3.014.000 + 4.000.000 δρχ.).

Ητοι ο ενάγων έλαβε καθαρά κέρδη 16.098.000 13.100.000 = 2.998.000 δρχ. αντί 1.156.314 δρχ. που δικαιούνταν, ήτοι οφείλει να επιστρέψει στην εταιρία 1.841.686 δρχ., τα οποία αχρεωστήτως καταβλήθηκαν στον ενάγοντα στις 12.1.1999 …”.

Ο λογαριασμός αυτός με το παραπάνω περιεχόμενο σύμφωνα και με αυτά που εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη δεν πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου, καθόσον δεν περιέχει λεπτομερή αντιπαράθεση των εσόδων και των εξόδων από την οποία και εξάγεται το αποτέλεσμα.

Ετσι θεωρείται ότι δεν κατατέθηκε ο λογαριασμός και συνεπώς ο εναγόμενος είναι υπόχρεως στην καταβολή του πιθανολογουμένου κατά τ` ανωτέρω ελλείμματος με τον νόμιμο τόκο από της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Κατ` ακολουθίαν, έτσι αφού έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και δέχθηκε την αγωγή και υποχρέωσε τον εναγόμενο στην καταβολή του ως άνω πιθανολογούμενου ελλείμματος, ορθά τούτο, έστω και με διαφορετικές κατά ένα μέρος αιτιολογίες οι οποίες πρέπει να αντικατασταθούν ως άνω, εκτίμησε τις αποδείξεις και τον νόμο εφάρμοσε, γι` αυτό και ο δεύτερος και τελευταίος λόγος της έφεσης πρέπει ν` απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Μετά από αυτά και η έφεση πρέπει ν` απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικασθεί ο εκκαλών στα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 183, 176 ΚΠολΔ).

GreekEnglish