ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Ευαγγελία Μαυρίδου που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο ίου Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης ίου Ειρηνοδικείου και η Γραμματέα Καλλιόπη Καλτσάτου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 31η Ιανουαρίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α’ΑΙΤΗΣΗ (αυξ. αριθμ. έκθεσης κατάθεσης ……/2011).
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: ………………., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός ………………….., ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του Δημήτριο Τσαγκαλίδη (Α.Μ: 2176).
ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευση τους (άρθρ. 5 του ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ):
1) ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Πανεπιστημίου, αριθμ.23 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε,
2) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.» που τέθηκε σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία μεταβιβάστηκαν στο μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα με την επωνυμία “ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.” και το διακριτικό τίτλο «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ» (αριθμ.2124/Β95/18-1-2013 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών), για ίο οποίο παραστάθηκε ως καθολική διάδοχος αυτού, η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias Ανώνυμη Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «Eurobank Ergasias»- ΦΕΚ 8195/3-8-2012 ΤΕΥΧΟΣ ΑΕ ΚΑΙ ΕΠΕ- (πρώην «Τράπεζα EFG EUROBANK ERGASIAS Ανώνυμη Εταιρεία), που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Όθωνος αριθμ.8 και εκπροσωπείται νόμιμα, λόγω απορροφήσεως του πρώτου από τη δεύτερη (ΦΕΚ 9243/27-12-2013), η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου της Συμεών Ζαφειριάδη (A.M.: 3437) και 3) ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου, αριθμ.86 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου της Δημητρίου Κουτλή (Α.Μ: 10027) Β’ΑΙΤΗΣΗ (αύξ. αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …../2011).
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: ……….., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός ……………., η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο Δικηγόρου της Δημήτριο Τσαγκαλίδη (Α.Μ: 2176).
ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρ. 5 του ν. 3869/2010 και 748 παρ.2 ΚΠολΔ):
1. ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Πεσματζογλου, αριθμ. 2-6 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε και
2. ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου, αριθμ.86 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της Ευθαλίας Νάστα (Α.Μ: 9856)
Οι αιτούντες ζητούν να γίνουν δεκτές οι με αυξ. αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …./2011 και ……/2011 αιτήσεις τους, που απευθύνονται στο Δικαστήριο αυτό, για τους λόγους που επικαλούνται στα δικόγραφά τους.
Για τη συζήτηση των αιτήσεων ορίστηκε δικάσιμος η ως άνω αναφερομένη. Κατά την δικάσιμο αυτή και κατά την εκφώνηση των υποθέσεων από το σχετικό πινάκιο στη σειρά τους, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως προαναφέρεται.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν, ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που νόμιμα κατέθεσαν. Ακολούθησε συζήτηση κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στα πρακτικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 246 ΚπολΔ, το Δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης μπορεί αυτεπάγγελτα ή με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων δικών που εκκρεμούν σ’ αυτό μεταξύ των ίδιων ή διαφορετικών διαδίκων, αν αυτές υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων.
Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 741 του ιδίου Κώδικα, τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και κατά τη διαδικασία των άρθρων 743 έως 781 του ιδίου Κώδικα, εκτός αν είναι αντίθετα προς ειδικές διατάξεις ή δεν προσαρμόζονται στη διαδικασία αυτή.
Στην προκειμένη περίπτωση φέρονται προς συζήτηση στη δικάσιμο αυτή
Α) η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2011 αίτηση του …… και
Β) η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2011 αίτηση της ………., οι οποίοι είναι σύζυγοι. Οι αιτήσεις αυτές, πρέπει να συνεκδικασθούν, διότι υπάγονται στην ίδια διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, είναι συναφείς, δεδομένου ότι οι διάδικοι είναι σύζυγοι μεταξύ τους και ορισμένες από τις επίδικες οφειλές τους είναι κοινές, επιπλέον δε σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3869/2010, κατά τον καθορισμό της μηνιαίας δόσης του οφειλέτη λαμβάνεται υπόψη η αμοιβαία δυνατότητα συνεισφορές του συζύγου και τέλος, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, με την ενιαία συζήτηση και την έκδοση μιας απόφασης επ’ αυτών, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επέρχεται συγχρόνως και μείωση των εξόδων (άρθρ. 246 και 285 του ΚπολΔικ. σε συνδυασμό με το άρθρο 591 και 741 του ιδίου κώδικα).
Όπως προκύπτει από τις με αριθμ. …….. β’ /12-12- 2011 και 2182 β’/12-12-2011 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Γεωργίου Φιλιππουπολίτη, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι αιτούντες, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την ως άνω αναφερομένη δικάσιμο, επιδόθηκε νόμιμα στην πρώτη πιστώτρια της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως και στην πρώτη πιστώτρια της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως, εντός της προθεσμίας του μηνός από την κατάθεση της αιτήσεως.
Αφού οι ως άνω πιστώτριες δεν παραστάθηκαν στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της αποφάσεως αυτής, όταν οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν στη σειρά τους από το οικείο πινάκιο, πρέπει να δικαστούν ερήμην.
Το Δικαστήριο ωστόσο κατά τις επιταγές της παρ. 2 του άρθρου 754 του ΚΠολΔ, θα προχωρήσει στην έρευνα της υποθέσεως σαν να είχαν παρασταθεί. ε τις υπό κρίση αιτήσεις, όπως το περιεχόμενο τους συμπληρώθηκε παραδεκτά, σύμφωνα με το άρθρο 224 σε συνδυασμό με άρθρ. 745, 741 και 591 του ΚπολΔ, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου τους που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, αλλά και με τις προτάσεις τους που κατατέθηκαν επί της έδρας, οι αιτούντες, επικαλούμενοι έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους προς τις πιστώτριές τους που αναφέρονται στην αίτηση του καθενός από αυτούς αντίστοιχα, ζητούν, όπως σαφώς συνάγεται από το όλο περιεχόμενο των υπό κρίση δικογράφων, τη ρύθμιση των χρεών τους, με την εξαίρεση από την εκποίηση της αναφερόμενης κύριας κατοικίας τους, της οποίας είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλουν, άλλως τη δικαστική ρύθμιση αυτών, αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή τους κατάσταση, όπως εκτίθενται στα κρινόμενα δικόγραφα, με σκοπό την κατά ένα μέρος απαλλαγή τους από αυτά.
Οι αιτήσεις αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο φέρονται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρ.741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν. 3869/2010) και για το παραδεκτό τους:
α) τηρήθηκε η διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, που ήδη έχει καταργηθεί, ο οποίος απέτυχε,
β) κατατέθηκαν μέσα στην εξάμηνη προθεσμία (άρθρ. 2 παρ. 1 του ίδιου παραπάνω νόμου) από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και
γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές τους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ άρθρ. 13 παρ. 2 του ίδιου παραπάνω νόμου (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγονται προς συζήτηση μετά:
α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη, κατ’ άρθρ.5 παρ.1 3869/2010, κλήτευση των πιστωτριών που μετέχουν στη δίκη και
β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου των εγγράφων του άρθρ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010 (βεβαιώσεων αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού και των υπεύθυνων δηλώσεων, όπως το περιεχόμενο τους συμπληρώθηκε παραδεκτά στο ακροατήριο κατ’άρθρ.236 του ΚπολΔικ. με δήλωση των αιτούντων που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων του/της και της συζύγου του/της, των πιστωτών του/της και των απαιτήσεών τους καθώς και της μεταβιβάσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του/της κατά την τελευταία τριετία κλπ.).
Οι υπό κρίση αιτήσεις είναι ορισμένες, καθόσον περιέχουν όλα τα κατά νόμο (άρθρ. 747 παρ. 2 του ΚπολΔικ. και 4 παρ. 1 Ν. 3869/2010) στοιχεία (μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έλλειψη στο πρόσωπο τους πτωχευτικής ικανότητας, και κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του καθενός από αυτούς, αλλά και του/της συζύγου, κατάσταση των πιστωτριών τους και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τους και σκοπό την προβλεπόμενη από το νόμο απαλλαγή τους), απορριπτόμενης ως αβάσιμης της νομότυπα προσβληθείσας από ; τις: μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες, με προφορική δήλωση των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους που περιλήφθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και αναπτύσσεται στις προτάσεις που νόμιμα κατέθεσαν, ένστασης αοριστίας, δεδομένου ότι πέραν των αναφερομένων στις παραπάνω διατάξεις, κανένα άλλο στοιχείο δεν απαιτείται για το ορισμένο της αίτησης, τα αναφερόμενα δε από αυτές ως ελλείποντα στοιχεία, δεν αποτελούν στοιχεία του ορισμένου της αίτησης και είναι αντικείμενο αποδείξεως και ανταποδείξεως κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας και ειδικότερα των όρων της υπαγωγής των αιτούντων στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010.
Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρ. 744, 745, 751 ΚπολΔικ., ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργή συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθρ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται σιο άρθρο 747 παρ. 2 ΚπολΔ. (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑΘ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ’ άρθρο 747, αριθμ. 7 και ως προς την προκείμενη διαδικασία της ρύθμισης στα πλαίσια του Ν.3869/2010 Αθ. Κρητικός ρύθμιση ν. 3869/2010, έκδοση 2012, σελ. 104-107 αριθμ. 41-45 και Ε. Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη Αρμ./64-Ανάτυπο σελ. 1477, ΕιρΘεσσαλονίκης 5105/2011ΤΝΠ Νόμος, ΕιρΘες 575/2012, 4752/2012, 4934/2012, 5355/2012, 5353/2012, 6303/2012, 6329/212 αδημ.).
Περαιτέρω η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρ. 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8, 9 παρ. 2 και 11 του ν. 3869/2010, όπως οι ως άνω διατάξεις τροποποιήθηκαν και ισχύουν σήμερα καθώς και εκείνων του άρθρ.74 παρ.2 του ΚπολΔικ., εφόσον δε δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ των αιτούντων και των ως άνω πιστωτριών τους αντίστοιχα, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό από τις τελευταίες το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τους ( βλ. τις έγγραφες παρατηρήσεις τους), πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα.
Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα που πρότειναν οι αιτούντες και εξετάστηκε στο ακροατήριο του δικαστηρίου (οι πιστώτριες δεν πρότειναν και δεν εξέτασαν μάρτυρα), η οποία κατ’άρθρ. 346 του ΚπολΔικ.
Λαμβάνεται υπόψη προς απόδειξη των ισχυρισμών όλων των διαδίκων και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, από τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προκειμένου να χρησιμεύσουν προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρ.336§3 και 395 του ΚΠολΔ.), για κάποια από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά, χωρίς ωστόσο να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, απ’ όσα οι διάδικοι ισχυρίστηκαν στο ακροατήριο, από τις άμεσες και έμμεσες ομολογίες που προκύπτουν από τους ισχυρισμούς τους (άρθρ 261, 352, 339 του ΚΠολΔικ), τα διδάγματα της κοινής πείρας τα οποία λαμβάνει αυτεπαγγέλτως το Δικαστήριο υπόψη και χωρίς απόδειξη, από τα πραγματικά γεγονότα τα οποία είναι πασίγνωστα, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ότι είναι αληθινά, τα οποία λαμβάνονται και αυτά υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρ. 336 παρ. 1 και 4 του ΚΠολΔικ) και τέλος από την αυτεπάγγελτη εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος (άρθρ. 744 ΚΠολΔ), αλλά και απ’ όλη τη διαδικασία της συζήτησης της διαφοράς καθώς σύμφωνα με το άρθρο 745 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του και πραγματικούς ισχυρισμούς που επιτρεπτά έχουν προβληθεί μέχρι την περάτωση και της τελευταίας συζήτησης ενώπιον του, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Οι αιτούντες, ηλικίας … ετών ο πρώτος και …. ετών η δεύτερη, είναι σύζυγοι και από το γάμος τους έχουν αποκτήσει δύο τέκνα, τα οποία είναι ανήλικα, ηλικίας σήμερα … και …. ετών, που είναι μαθητές. Διαμένουν σε ιδιόκτητη κατοικία στη Θεσσαλονίκη, επί της οποίας έχουν ποσοστό συγκυριότητας 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας και συγκεκριμένα σε διαμέρισμα του τρίτου ορόφου οικοδομής, που βρίσκεται επί της οδού …………, εμβαδού καθαρού 61,93 τ.μ. και μικτού 79,80 τ.μ., το οποίο αποτελείται από δύο -2- δωμάτια, σαλόνι, κουζίνα, χώλ και αποχωρητήριο και στο οποίο αντιστοιχεί ποσοστό 100,10/1000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου και των λοιπών κοινόκτητων και κοινόχρηστων μερών και εγκαταστάσεων της οικοδομής.
Ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως, εργάζεται ως οδηγός λεωφορείου στον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ) και λαμβάνει μηνιαίο μισθό, ποσού 1800 ευρώ περίπου, μαζί με την αναλογία των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας.
Η αιτούσα της υπό στοιχείο Β αιτήσεως είναι από χα μέσα μηνός Νοεμβρίου 2011 άνεργη, εγγεγραμμένη στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, κάτοχος του με αριθμ. …………. δελτίου ανεργίας και σήμερα δεν έχει κανένα εισόδημα από οποιαδήποτε πηγή, μετά και την παύση καταβολής του επιδόματος ανεργίας που της καταβάλλονταν.
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης (οι πιστώτριες δεν ισχυρίζονται και δεν αποδεικνύουν το αντίθετο) ανέλαβαν προς τις πιστώτριες, αντίστοιχα, τα παρακάτω χρέη, τα οποία είτε είναι εξασφαλισμένα με εγγυήσεις είτε όχι, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις – Νόμος 3869/2010, Αθήνα -2010σελ. 98 επ.), με εξαίρεση τα παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένα δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (άρθρ. 6 παρ. 3 Ν.3869/2010) και οφείλουν τα παρακάτω ποσά: Α) ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως:
1. στην πρώτη πιστώτρια «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Α.Ε.»: από την με αριθμ. …………….σύμβαση πιστωτικής κάρτας, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, ποσό 4.348,63 ευρώ,
2. στην πιστώτρια «Τράπεζα Eurobank Ergasias Α.Ε.», από την με αριθμ. …………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, που συνήψε ο αιτών με την ανώνυμη
τραπεζική εταιρεία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, ποσό 37.448,43 ευρώ και \
3. στην πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»: α) από την με αριθμ. …………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12- 12-2011, ποσό 21.969,92 ευρώ, β) από την με αριθμ. ………………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12-2011, το ποσό των 58.847,97 ευρώ, γ) από την με αριθμ. ……………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12-2011, το ποσό των 47.055,04 ευρώ, δ) από την με αριθμ. ………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 4.993,32 ευρώ και ε) από την με αριθμ. ……………σύμβαση καταναλωτικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 6.381,69 ευρώ, όπως τα ποσά αυτά προκύπτουν από το με ημερομηνία 25-1-2012 έγγραφο που προσκομίζει η ως άνω πιστώτρια, χωρίς να προκύπτουν για τις υπό στοιχείο α’, β’ και γ’ οφειλές, τόκοι πέραν της ως άνω ημερομηνίας και μέχρι του χρόνου εκδόσεως της απόφασης, μέχρι του οποίου χρονικού σημείου συνεχίζουν να εκτοκίζονται οι απαιτήσεις της καθ’ής, δεδομένου ότι είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες (άρθρ.6 παρ.3 του Ν.3869/2010) και ειδικότερα με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων (βλ. τις ΑΠ 31/2009 και ΕφΘεσ 4/2010 ΤΝΠΝομος, σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ’ άρθρο 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού η πιστώτρια δεν προβαίνει στον υπολογισμό τους κατά μήνα τουλάχιστον μέχρι το χρόνο συζήτησης της αίτησης, ώστε το Δικαστήριο να μπορέσει να προβεί αναλογικά στον υπολογισμό χους μέχρι χο χρόνο έκδοσης της απόφασής του.
Δηλαδή η προς τις πιστώτριες του ανέρχεται στο ποσό των 181.044,73 ευρώ. Β) Η αιτούσα της υπό στοιχείο Β αιτήσεως οφείλει :1. στην πιστώτρια «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», από την με αριθμ. ……………..σύμβαση καταναλωτικού δανείου, στην οποία συμβλήθηκε ως εγγυήτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, ποσό 37.448,43 ευρώ, 2. στην πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»:
α) από την με αριθμ. …………. σύμβαση στεγαστικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12- 2011, ποσό 21.969,92 ευρώ,
β) από την με αριθ. ……………σύμβαση στεγαστικού δανείου, στην οποία συμβλήθηκε ως εγγυήτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12-2011, το ποσό των 58.847,97 ευρώ και
γ) από την με αριθμ. ………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12- 2011, το ποσό των 47.055,04 ευρώ, όπως τα παραπάνω προκύπτουν από το με ημερομηνία 25-1-2012 έγγραφο που προσκομίζει η ως άνω πιστώτρια, χωρίς να προκύπτουν για τις οφειλές αυτές, τόκοι πέραν της ως άνω ημερομηνίας και μέχρι του χρόνου εκδόσεως της απόφασης, μέχρι του οποίου χρονικού σημείου συνεχίζουν να εκτοκίζονται, δεδομένου ότι είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες (άρθρ.6 παρ.3 του Ν.3869/2010) και ειδικότερα με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί κύριας κατοικίας των αιτούντων.
Δηλαδή η συνολική οφειλή της αιτούσας της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως προς τις πιστώτριές της ανέρχεται στο ποσό των 165.321,36 ευρώ. Από το ποσό αυτό οι αιτούντες είναι συνοφειλέτες στο ποσό των 127.800 ευρώ περίπου, που αντιστοιχεί στα στεγαστικά δάνεια, με τα οποία κάλυψαν την αγορά της κύριας κατοικίας τους.
Κατά το χρόνο συνολική οφειλή ίου αιτούντος της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως’ ανάληψης ίου μεγαλύτερου μέρους των οφειλών τους, που είναι τα στεγαστικά δάνεια που έλαβαν για την απόκτηση της πρώτης κατοικίας τους, κατά το έτος 2006 και το 2008, οι αιτούντες εργάζονταν και οι δύο, ο μεν αιτών στον ΟΑΣΘ, η δε αιτούσα στην εκδοτική εταιρεία με την επωνυμία «………….Ο.Ε.» και είχαν εισοδήματα της τάξεως των 3.000 ευρώ περίπου, που τους επέτρεπαν να εξυπηρετούν χωρίς πρόβλημα τις δανειακές υποχρεώσεις τους.
Από το έτος 2011 όμως, όταν το εισόδημα της αιτούσας της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως μειώθηκε αρχικά, λόγω μείωσης των ωρών εργασίας από την εργοδότριά της, ενώ στη συνέχεια απολύθηκε από την εργασία της, την 15-11-2011, έπαυσαν να ανταποκρίνονται στις ως άνω υποχρεώσεις τους και έκτοτε, εφόσον η ανεργία της αιτούσας συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, έχουν περιέλθει σε πραγματική και μόνιμη αδυναμία να πληρώνουν τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές τους από τις ως άνω συμβάσεις, η οποία δεν οφείλεται σε δόλο καθώς μετά από την αφαίρεση των δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών τους, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες για την διατροφή, ένδυση, υπόδηση, αλλά και δαπάνες εκπαίδευσης των δύο ανήλικων τέκνων τους, η υπολειπόμενη ρευστότητα τους δεν τους επιτρέπει να ανταποκριθούν στον όγκο των οφειλών τους, δεδομένου ότι το ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των δανείων τους, από τα οποία τα καταναλωτικά επιβαρύνονται με υψηλά επιτόκια, ύψους 1.000 ευρώ, περίπου έχουν περιορίσει σε σημαντικό βαθμό το εισόδημά τους, με αποτέλεσμα να μην επαρκεί για την αντιμετώπιση των αναγκαίων δαπανών διαβίωσής τους.
Δεν μπορεί δε να καταλογισθεί δόλια συμπεριφορά στους αιτούντες ούτε κατά τη σύναψη των δανειακών συμβάσεων, ο κύριος όγκος των οποίων αφορά στα στεγαστικά δάνεια που έλαβαν κατά τα έτη 2006 και 2008, ως συνοφειλέτες, αλλά και ως προς τα υπόλοιπα δάνεια που έλαβε ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως, η λήψη των οποίων, κατά πλειονότητα, ανάγεται σε χρόνο κατά πολύ προγενέστερο της επέλευσης της αδυναμίας εξυπηρέτησής τους και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για απαραίτητες επισκευές του διαμερίσματος που αγόρασαν, το οποίο ήταν κατασκευής του 1990 περίπου καθώς, οι αιτούντες είχαν την οικονομική δυνατότητα να τα εξυπηρετούν εφόσον κατά χο χρόνο λήψης χους είχαν υψηλά εισοδήματα, χωρίς να μπορούν να προβλέψουν την οικονομική κρίση που θα έπληττε τη χώρα, εξαιτίας της οποίας η αιτούσα της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως απώλεσε την εργασία της και το εισόδημα που πορίζονταν από αυτήν. Συντρέχουν επομένως στο πρόσωπο των αιτούντων οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση του νόμου 3869/2010, απορριπτομένης ως αβάσιμης της ένστασης των πιστωτριών περί δόλιας περιέλευσης αυτών σε αδυναμία πληρωμών, αλλά και αυτής περί καταχρηστικής άσκησης της ένδικης αιτήσεως.
Μοναδικό ακίνητο περιουσιακό στοιχείο των αιτούντων αποτελεί το ποσοστό τηςσυγκυριότητάς τους, κατά 50% εξ αδιαιρέτου του καθενός επί του προπεριγραφομένου διαμερίσματος όπου διαμένουν με τα ανήλικα τέκνα τους, που περιγράφεται παραπάνω και το οποίο περιήλθε σε αυτούς δυνάμει του με αριθμ………συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Χριστίνας Σχρογγύλη-Γκαλιμάνη, που μεταγράφηκε νόμιμα.
Η αντικειμενική αξία του ως άνω διαμερίσματος ανέρχεται στο ποσό των 57.785,33 ευρώ και του ποσοστού συγκυριότητας του καθενός από χους αιτούντες επ’αυτού, στο ποσό των 28.892,66 ευρώ.
Το ως άνω διαμέρισμα αποτελεί την κύρια κατοικία των αιτούντων και η αξία του ποσοστού συγκυριότητάς τους απ’αυτής, δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού, που απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή της από την εκποίηση. Επίσης ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως έχει στην κυριότητά του το με αριθμ. κυκλοφορίας … ΙΧΕ αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής …, τύπου …., 1200 cc, με χρονολογία πρώτης άδειας το 1997, εμπορικής αξίας 1.000 ευρώ περίπου.
Ενόψει του ότι το σύνολο των οφειλών των αιτούντων προς τις ως άνω πιστώτριές τους ανέρχεται σε 181.044,73 ευρώ και 165.321,36 ευρώ αντίστοιχα και δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία, εξαιρουμένου του προπεριγραφομένου οχήματος, το οποίο δεν κρίνεται πρόσφορο προς εκποίηση καθώς λόγω της μικρής εμπορικής αξίας του, όπως αυτή διαμορφώνεται με βάση τον τύπο και την παλαιότητά του, η προσφορά του προς εκποίηση δε θα προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, δεδομένων των ιδιαίτερα πτωτικών τάσεων αγοράς τέτοιων οχημάτων, ώστε να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών του, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων εκποίησης και συνεπώς δεν πρέπει να διαταχθεί η κατά τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1 ν. 3869/10 εκποίηση του και του ποσοστού συγκυριότητάς των αιτούντων επί του επίσης προπεριγραφομένου διαμερίσματος, που αποτελεί την κύρια κατοικία τους, της οποίας ζητούν την εξαίρεση από την εκποίηση, πρέπει να γίνει συνδυασμός των δύο ρυθμίσεων του νόμου 3869/2010 και συγκεκριμένα αυτής του άρθρ. 8 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές επί 3ετία έως 5ετία, από τα εισοδήματά τους και αυτής του άρθρ. 9 παρ. 2 για σταδιακές καταβολές, προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία τους, για τη διάσωση δηλαδή ίου ποσοστού συγκυριότητας του καθενός από τους αιτούντες επί της κύριας κατοικίας τους, για την οποία πρέπει να καταβάλουν μέχρι το 80% της αντικειμενικής αξίας της που ανέρχεται, όπως προαναφέρθηκε, σε 28.892,66 ευρώ, δηλαδή ποσό μέχρι αυτό των 23.114,13 ευρώ, ο καθένας.
Έτσι ως προς τον αιτούντα της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως, η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις πιο πάνω πιστώτριές του από τα εισοδήματά του επί πενταετία, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης.
Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, αυτό θα διαμορφωθεί με βάση τις οικογενειακές δαπάνες των αιτούντων, όπως αυτές αναφέρονται παραπάνω και τη συνεισφορά τους για την κάλυψη των αναγκών αυτών ανάλογα με τα εισοδήματά τους.
Επομένως ενόψει όλων των προαναφερομένων και του ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1389 ΑΚ, οι σύζυγοι έχουν την υποχρέωση να συνεισφέρουν από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας και η συνεισφορά γίνεται με την προσωπική εργασία, τα εισοδήματά τους και την περιουσία τους, το προς διάθεση στις πιστώτριές του ποσό, που πρέπει αυτός να καταβάλλει, θα οριστεί σε 550 ευρώ το μήνα, συμμέτρως κατανεμόμενο μεταξύ τους, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες, με δεδομένο ότι πλέον θα παύσει η παρακράτηση του ποσού των 166,47 ευρώ από το μηνιαίο μισθό του, που του παρακρατούσε το «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», μετά τη χορήγηση της από 20-12-2011 διαταγής πληρωμής της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης.
Από το ποσό αυτό θα λάβουν:
1) η πιστώτρια «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» ποσό 13,20 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X4.348,63),
2) η πιστώτρια «Τράπεζα Eurobank ergasias Α.Ε.» ποσό 113,70 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X37.448,43) και
3) η πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»: για την υπό στοιχείο α’ ενέγγυο απαίτηση της, ποσό 66,70 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X21.969,92), για την υπό στοιχείο β’ ενέγγυο απαίτηση της, ποσό 178,80 ευρώ μηνιαίως (550: 181.044,73X58.847,97), για την υπό στοιχείο γ’ ενέγγυο απαίτηση της, ποσό 143 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X47.055,04), νια την υπό στοιχείο δ’ ανέγγυο απαίτηση της, ποσό 15,70 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X4.993,32) και για την υπό στοιχείο ε’ ανέγγυο απαίτηση της, ποσό 18,90 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X6.381,69).
Έτσι μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της πενταετίας οι άνω πιστώτριες θα έχουν λάβει:
1) η «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», το ποσό των 792 ευρώ, με υπόλοιπο απαιτήσεως 3.556,63 ευρώ,
2) η πιστώτρια «Τράπεζα Eurobank ergasias Α.Ε.», το ποσό των 6.822 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης ποσού 30.626,43 ευρώ και
3) η πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» για την υπό στοιχείο α’ενέγγυο απαίτησή της ποσό 4.002 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης 17.967,92 ευρώ, για την υπό στοιχείο β’ ενέγγυο απαίτησή της ποσό 10.728 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησή της, ποσό 8.580 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης 38.475,04 ευρώ, για την υπό στοιχείο δ’ ανέγγυο απαίτησή της, ποσό 942 ευρώ με υπόλοιπο απαίτησης 4.051,32 ευρώ και για την υπό στοιχείο ε’ ανέγγυο απαίτησή της, ποσό 1.134 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης 5.247,69 ευρώ.
Η ρύθμιση αυτή θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 ρύθμιση, εφόσον με τις καταβολές επί πενταετία της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτριών του αιτούντος της υπό στοιχείο Α αιτήσεως και προβάλλεται σχετικό αίτημα από αυτόν, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο η εξαίρεση του ποσοστού συγκυριότητάς του επί της κατοικίας του από την εκποίηση. Στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής του άρθρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση του ποσοστού συγκυριότητας του αιτούντος επί της κύριας κατοικίας του, για την οποία πρέπει να καταβάλει μέχρι το 80% της αντικειμενικής αξίας της που ανέρχεται, όπως προαναφέρθηκε, σε 28.892,66 ευρώ, δηλαδή ποσό μέχρι αυτό των 23.114,13 ευρώ.
Με βάση λοιπόν τη ρύθμιση του άρθρ. 9 παρ. 2 εφόσον μεν τα υπόλοιπα των χρεών του οφειλέτη μετά τις καταβολές της ρύθμισης του άρθρ. 8 παρ. 2 υπερβαίνουν το ποσό του το 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας του, το Δικαστήριο θα προβεί σε ρύθμιση επιβάλλοντάς του πρόσθετο χρέος για την εξόφληση των οφειλών του αυτών, ίσο με το ποσό αυτό του 80% απαλλασσόμενου του υπολοίπου των χρεών με την τήρηση της ρύθμισης.
Εφόσον δε τα υπόλοιπα των χρεών του είναι μικρότερα του 80%, θα υποχρεωθεί σε καταβολές μέχρι την εξάντληση του ποσού αυτού.
Η συνολική οφειλή του πρώτου αιτούντος προς τις άνω πιστώτριές του, μετά τις πιο πάνω καταβολές επί πενταετία, ανέρχεται σε 148.044,73 ευρώ, είναι επομένως μεγαλύτερη του ποσού των 23.114.13 ευρώ, ήτοι του 80% της αντικειμενικής αξίας του ποσοστού συγκυριότητάς του επί της κύριας κατοικίας του, που είναι το όριο που ορίζει ο νόμος για τη διάσωσή της, οπότε θα κληθεί να καταβάλλει μέχρι το ποσό αυτό.
Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Θα ξεκινήσει πέντε χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε χρονικό διάστημα 6 ετών (72 μηνών), με μηνιαίες δόσεις, ποσού 321,03 ευρώ η κάθε μία, λαμβανομένης υπόψη της διάρκειας των δανείων, του συνόλου των χρεών του αιτούντος και της οικονομικής του δυνατότητας.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση αυτή και εφόσον η υπό στοιχείο β’ απαίτηση από το αντίστοιχο στεγαστικό δάνειο της πιστώτριας «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α. Ε.», με υπόλοιπο απαιτήσεως από αυτό, μετά τις καταβολές επί 5ετία, ποσού 48.119,97 ευρώ, είναι ασφαλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια επί της κύριας κατοικίας του αιτούντος και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης πρώτης σειράς που ενεγράφη δυνάμει της με αριθμ. 17300/2006 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, επί της κύριας κατοικίας του αιτούντος, αυτή θα ικανοποιηθεί προνομιακά, μέχρις εξαντλήσεως του ποσού των 23.114,13 ευρώ.
Ως προς τη δεύτερη αιτούσα, από τα προαναφερόμενα αποδείχτηκε ότι σήμερα δεν μπορεί να διαθέσει για ρύθμιση των οφειλών της κανένα ποσό, δεδομένου ότι δεν έχει κανένα εισόδημα και τα εισοδήματα του συζύγου της τα οποία συνυπολογίζονται προκειμένου να μειώσουν σε κάποιο ποσοστό την ανάγκη κάλυψης των βιοτικών αναγκών της αιτούσας από το δικό της εισόδημα, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καλυφθούν οι οφειλές από τις δανειακές υποχρεώσεις της απούσας καθώς τα χρέη του οφειλέτη δεν είναι «οικογενειακά» και δεν πρέπει να επιβαρύνεται ο σύζυγος με την περιουσία του και τα εισοδήματά του για την εξόφληση των χρεών αυτών (βλ. Ειρ Περιστερίου 36/2012 ΤΝΠ ΔΣΑ).
Περαιτέρω επειδή στην πράξη δεν αποκλείεται η εμφάνιση ακραίων ή εξαιρετικών περιπτώσεων οφειλετών, οι οποίοι έχουν πραγματική αδυναμία καταβολών και ελάχιστου ακόμη ποσού, όπως, ενδεικτικά αυτό μπορεί να συμβεί σε περίπτωση χρόνιας χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη ανεργίας, σοβαρών προβλημάτων υγείας του ή άλλου μέλους της οικογένειας του, ανεπαρκούς εισοδήματος για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών ή άλλων λόγων ισοδύναμης βαρύτητας και λαμβάνοντας τέτοιες περιπτώσεις υπόψη ο νομοθέτης, επιχειρεί ειδική ρύθμιση στην παρ. 5 του άρθρ. 8 του Ν. 3869/2010. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν τηρείται ο κανόνας που επιβάλλεται με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, αλλά επιτρέπεται στο δικαστήριο να καθορίζει μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές ακόμη καταβολές κατά τη διατύπωση του νόμου.
Ο δικαστής κατά το ανακριτικό σύστημα δεν περιορίζεται από το αίτημα περί δικαστικής ρύθμισης και το σχέδιο αποπληρωμής που προτείνει ο οφειλέτης.
Συνεπώς εάν αξιολογήσει την οικονομική του κατάσταση ως τέτοια που επιβάλλει μικρές ή μηδενικές καταβολές, τότε θα το αποφασίσει ακόμα και αυτεπαγγέλτως, χωρίς την ανάγκη σχετικού αιτήματος του οφειλέτη (βλ. ΕιρΝικ 39/2012 ΝοΒ 20.12σ.1444).
Το δικαστήριο προβαίνοντας σε εφαρμογή της διάταξης του εδ. α’ της παρ. 5 του άρθρ. 8 του άνω νόμου, ορίζει με την ίδια απόφαση νέα δικάσιμο που απέχει από την προηγούμενη όχι λιγότερο από πέντε (5) μήνες για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Στη νέα αυτή δικάσιμο είτε επαναλαμβάνει την προηγούμενη απόφαση του είτε προσδιορίζει εκ νέου τις καταβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω, αν συντρέχει περίπτωση.
Για τη νέα δικάσιμο οι διάδικοι (οφειλέτες-πιστωτές) ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια. Από τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρ. 8 του άνω νόμου, δηλαδή, προκύπτει ότι με τον καθορισμό μηδενικών ή μικρού ύψους καταβολών από το δικαστήριο δεν εκκαθαρίζεται οριστικά το θέμα της απαλλαγής του οφειλέτη από τα χρέη, αλλά αναμένεται η παρέλευση των πέντε (5) ετών και έλεγχος μήπως μέσα στο διάστημα αυτό αλλάξουν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και τα τυχόν εισοδήματά του, που να δικαιολογήσουν νέο προσδιορισμό του ύψους των καταβολών (βλ. Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση τον Ν.3869/2010, όπως ισχύει μετά τις επελθούσες νομοθετικές μεταβολές, σελ.197-198, αριθμ. 66-67, ΕιρΑχαρν 3/2011, ΕιρΠατρ. 16/2012, ΕιρΠαμίσου 1/2012 Νόμος, ΕιρΘες 7730/2011, αδημ.).
Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας εξαιρετικές περιστάσεις και συγκεκριμένα έλλειψη κάθε εισοδήματος προς αντιμετώπιση των στοιχειωδών βιοτικών αναγκών της, λόγω της ανεργίας της, παρόλο που καταβάλλει προσπάθειες προς ανεύρεση εργασίας.
Γι’ αυτό πρέπει,κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος που υπέβαλλε με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και με τις προτάσεις της που κατέθεσε επί της έδρας, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρ. 8 παρ. 5 του ν.3869/2010, να οριστούν μηδενικές μηνιαίες καταβολές, συγχρόνως δε νέα δικάσιμος, για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών, η 1-12-2015, στο συνήθη τόπο και χρόνο συνεδρίασης του Δικαστηρίου, θεωρώντας ότι εντός του χρονικού αυτού διαστήματος, μέχρι τη νέα δικάσιμο, είναι δυνατό να έχει βελτιωθεί η οικονομική της κατάσταση, η οποία οφειλόμενη κατά κύριο λόγο στην δυσμενή οικονομική κατάσταση της χώρας, κρίνεται προσωρινή και δεν είναι δυνατόν να διαγνωστεί ο χρόνος που θα παραμείνει άνεργη, δεδομένου ότι είναι …ετών, με ειδικότητα γραφίστα και σχετική προϋπηρεσία, εφόσον εργάζονταν μέχρι το Νοέμβριο του 2011 στην προαναφερόμενη εργοδότριά της ως γραφίστας και το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι ικανή προς εξεύρεση ανάλογης απασχόλησης που θα της αποφέρει εισοδήματα από τα οποία θα ικανοποιήσει έστω και μέρος των απαιτήσεων των πιστωτριών της, κατά τα οριζόμενα άλλωστε και στην παρ.3 του άρθρ.8 του Ν.3869/2010, ότι σε κάθε περίπτωση ο οφειλέτης οφείλει να εργάζεται κατά την διάρκεια της περιόδου ρύθμισης, ή αν δεν εργάζεται να καταβάλει εύλογη προσπάθεια για την εξεύρεση ανάλογης εργασίας, ώστε σ’ αυτήν (άνω νέα δικάσιμο) να επαναπροσδιορισθούν οι μηνιαίες καταβολές του άρθρ.8 παρ.2 του ν.3869/2010, αλλά να ορισθούν και αυτές του άρθρ. 9 παρ. 2 του ίδιου νόμου, δηλαδή αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, ως προς το χρόνο έναρξης τους, τη διάρκειά τους και το ποσό τους.
Κατόπιν τούτων οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές ως βάσιμες και κατ’ ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές των αιτούντων σύμφωνα με το διατακτικό.
Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010,αλλά ούτε και ορίζεται παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση άσκησης ανακοπής από τις ερημοδικασθείσες πιστώτριες, δεδομένου ότι η παρούσα δεν υπόκειται σ’αυτό το ένδικο μέσο (άρθρ. 14 Ν.3869/2010).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Ειρηνοδικείο Θεσς 3643/2014
Ρύθμιση οφειλών Ν. 3869/2010. Οφειλέτες σύζυγοι. Τετραμελής οικογένεια. Ο σύζυγος οδηγός στον Ο.Α.Σ.Θ. (με μισθό 1.800 ευρώ μηνιαίως) και η σύζυγος άνεργη. Συνοφειλέτες σε στεγαστικό δάνειο και οφειλέτες σε λοιπά καταναλωτικά και πιστωτικές κάρτες.
Το Δικαστήριο όρισε στο σύζυγο καταβολή μηνιαίας δόσης 550 ευρώ για 5 χρόνια και έπειτα 321,03 για 6 χρόνια στην εμπραγμάτως ασφαλισμένη Τράπεζα του για τη διάσωση της κύριας κατοικίας. Δηλαδή πληρωμή συνολικά 56.114,16 ευρώ από συνολικό ύψος χρεών 181.044,73 ευρώ και διαγραφή του υπόλοιπου χρέους.
Για τη σύζυγο όρισε μηδενικές καταβολές λόγω ανεργίας και αδυναμίας συνεισφοράς στις οικογενειακές δαπάνες και επαναπροσδιορισμό για συζήτηση.
Διάσωση κυρίας κατοικίας και αυτοκινήτου.
Ειρηνοδικείο Θεσ. 3643/2014
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Ευαγγελία Μαυρίδου που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο ίου Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης ίου Ειρηνοδικείου και η Γραμματέα Καλλιόπη Καλτσάτου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 31η Ιανουαρίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: Α’ΑΙΤΗΣΗ (αυξ. αριθμ. έκθεσης κατάθεσης ……/2011).
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: ………………., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός ………………….., ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του Δημήτριο Τσαγκαλίδη (Α.Μ: 2176).
ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευση τους (άρθρ. 5 του ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ): 1) ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Πανεπιστημίου, αριθμ.23 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 2) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.» που τέθηκε σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία μεταβιβάστηκαν στο μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα με την επωνυμία “ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.” και το διακριτικό τίτλο «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ» (αριθμ.2124/Β95/18-1-2013 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών), για ίο οποίο παραστάθηκε ως καθολική διάδοχος αυτού, η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias Ανώνυμη Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «Eurobank Ergasias»- ΦΕΚ 8195/3-8-2012 ΤΕΥΧΟΣ ΑΕ ΚΑΙ ΕΠΕ- (πρώην «Τράπεζα EFG EUROBANK ERGASIAS Ανώνυμη Εταιρεία), που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Όθωνος αριθμ.8 και εκπροσωπείται νόμιμα, λόγω απορροφήσεως του πρώτου από τη δεύτερη (ΦΕΚ 9243/27-12-2013), η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου της Συμεών Ζαφειριάδη (A.M.: 3437) και 3) ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου, αριθμ.86 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου της Δημητρίου Κουτλή (Α.Μ: 10027)
Β’ΑΙΤΗΣΗ (αύξ. αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …../2011).
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: ……….., κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός ……………., η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο Δικηγόρου της Δημήτριο Τσαγκαλίδη (Α.Μ: 2176).
ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρ. 5 του ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ):
1. ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Πεσματζογλου, αριθμ. 2-6 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε και
2. ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου, αριθμ.86 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της Ευθαλίας Νάστα (Α.Μ: 9856) Οι αιτούντες ζητούν να γίνουν δεκτές οι με αυξ. αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …./2011 και ……/2011 αιτήσεις τους, που απευθύνονται στο Δικαστήριο αυτό, για τους λόγους που επικαλούνται στα δικόγραφά τους.
Για τη συζήτηση των αιτήσεων ορίστηκε δικάσιμος η ως άνω αναφερομένη.Κατά την δικάσιμο αυτή και κατά την εκφώνηση των υποθέσεων από το σχετικό πινάκιο στη σειρά τους, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως προαναφέρεται.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν, ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που νόμιμα κατέθεσαν. Ακολούθησε συζήτηση κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στα πρακτικά.3
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 246 ΚπολΔ, το Δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης μπορεί αυτεπάγγελτα ή με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων δικών που εκκρεμούν σ’ αυτό μεταξύ των ίδιων ή διαφορετικών διαδίκων, αν αυτές υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων.
Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 741 του ιδίου Κώδικα, τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και κατά τη διαδικασία των άρθρων 743 έως 781 του ιδίου Κώδικα, εκτός αν είναι αντίθετα προς ειδικές διατάξεις ή δεν προσαρμόζονται στη διαδικασία αυτή.
Στην προκειμένη περίπτωση φέρονται προς συζήτηση στη δικάσιμο αυτή Α) η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2011 αίτηση του …… και Β) η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2011 αίτηση της ………., οι οποίοι είναι σύζυγοι.
Οι αιτήσεις αυτές, πρέπει να συνεκδικασθούν, διότι υπάγονται στην ίδια διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, είναι συναφείς, δεδομένου ότι οι διάδικοι είναι σύζυγοι μεταξύ τους και ορισμένες από τις επίδικες οφειλές τους είναι κοινές, επιπλέον δε σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3869/2010, κατά τον καθορισμό της μηνιαίας δόσης του οφειλέτη λαμβάνεται υπόψη η αμοιβαία δυνατότητα συνεισφορές του συζύγου και τέλος, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, με την ενιαία συζήτηση και την έκδοση μιας απόφασης επ’ αυτών, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επέρχεται συγχρόνως και μείωση των εξόδων (άρθρ. 246 και 285 του ΚπολΔικ. σε συνδυασμό με το άρθρο 591 και 741 του ιδίου κώδικα).
Όπως προκύπτει από τις με αριθμ. 2178 β’ /12-12- 2011 και 2182 β’/12-12-2011 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Γεωργίου Φιλιππουπολίτη, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι αιτούντες, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την ως άνω αναφερομένη δικάσιμο, επιδόθηκε νόμιμα στην πρώτη πιστώτρια της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως και στην πρώτη πιστώτρια της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως, εντός της προθεσμίας του μηνός από την κατάθεση της αιτήσεως.
Αφού οι ως άνω πιστώτριες δεν παραστάθηκαν στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της αποφάσεως αυτής, όταν οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν στη σειρά τους από το οικείο πινάκιο, πρέπει να δικαστούν ερήμην. Το Δικαστήριο ωστόσο κατά τις επιταγές της παρ. 2 του άρθρου 754 του ΚΠολΔ, θα προχωρήσει στην έρευνα της υποθέσεως σαν να είχαν παρασταθεί.
Με τις υπό κρίση αιτήσεις, όπως το περιεχόμενο τους συμπληρώθηκε παραδεκτά, σύμφωνα με το άρθρο 224 σε συνδυασμό με άρθρ. 745, 741 και 591 του ΚπολΔ, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου τους που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, αλλά και με τις προτάσεις τους που κατατέθηκαν επί της έδρας, οι αιτούντες, επικαλούμενοι έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους προς τις πιστώτριές τους που αναφέρονται στην αίτηση του καθενός από αυτούς αντίστοιχα, ζητούν, όπως σαφώς συνάγεται από το όλο περιεχόμενο των υπό κρίση δικογράφων, τη ρύθμιση των χρεών τους, με την εξαίρεση από την εκποίηση της αναφερόμενης κύριας κατοικίας τους, της οποίας είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλουν, άλλως τη δικαστική ρύθμιση αυτών, αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή τους κατάσταση, όπως εκτίθενται στα κρινόμενα δικόγραφα, με σκοπό την κατά ένα μέρος απαλλαγή τους από αυτά.
Οι αιτήσεις αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο φέρονται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρ.741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν. 3869/2010) και για το παραδεκτό τους: α) τηρήθηκε η διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, που ήδη έχει καταργηθεί, ο οποίος απέτυχε, β) κατατέθηκαν μέσα στην εξάμηνη προθεσμία (άρθρ. 2 παρ. 1 του ίδιου παραπάνω νόμου) από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση των αιτούντων για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές τους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ άρθρ. 13 παρ. 2 του ίδιου παραπάνω νόμου (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών).
Παραδεκτά εισάγονται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη, κατ’ άρθρ.5 παρ.1 3869/2010, κλήτευση των πιστωτριών που μετέχουν στη δίκη και β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου των εγγράφων του άρθρ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010 (βεβαιώσεων αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού και των υπεύθυνων δηλώσεων, όπως το περιεχόμενο τους συμπληρώθηκε παραδεκτά στο ακροατήριο κατ’άρθρ.236 του ΚπολΔικ. με δήλωση των αιτούντων που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων του/της και της συζύγου του/της, των πιστωτών του/της και των απαιτήσεών τους καθώς και της μεταβιβάσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του/της κατά την τελευταία τριετία κλπ.). Οι υπό κρίση αιτήσεις είναι ορισμένες, καθόσον περιέχουν όλα τα κατά νόμο (άρθρ. 747 παρ. 2 του ΚπολΔικ. και 4 παρ. 1 Ν. 3869/2010) στοιχεία (μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έλλειψη στο πρόσωπο τους πτωχευτικής ικανότητας, και κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του καθενός από αυτούς, αλλά και του/της συζύγου, κατάσταση των πιστωτριών τους και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τους και σκοπό την προβλεπόμενη από το νόμο απαλλαγή τους), απορριπτόμενης ως αβάσιμης της νομότυπα προσβληθείσας από ; τις: μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες, με προφορική δήλωση των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους που περιλήφθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και αναπτύσσεται στις προτάσεις που νόμιμα κατέθεσαν, ένστασης αοριστίας, δεδομένου ότι πέραν των αναφερομένων στις παραπάνω διατάξεις, κανένα άλλο στοιχείο δεν απαιτείται για το ορισμένο της αίτησης, τα αναφερόμενα δε από αυτές ως ελλείποντα στοιχεία, δεν αποτελούν στοιχεία του ορισμένου της αίτησης και είναι αντικείμενο αποδείξεως και ανταποδείξεως κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας και ειδικότερα των όρων της υπαγωγής των αιτούντων στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρ. 744, 745, 751 ΚπολΔικ., ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργή συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθρ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται σιο άρθρο 747 παρ. 2 ΚπολΔ. (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑΘ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ’ άρθρο 747, αριθμ. 7 και ως προς την προκείμενη διαδικασία της ρύθμισης στα πλαίσια του Ν.3869/2010 Αθ. Κρητικός ρύθμιση ν. 3869/2010, έκδοση 2012, σελ. 104-107 αριθμ. 41-45 και Ε. Κιουπτσίδου- Στρατουδάκη Αρμ./64-Ανάτυπο σελ. 1477, ΕιρΘεσσαλονίκης 5105/2011ΤΝΠ Νόμος, ΕιρΘες 575/2012, 4752/2012, 4934/2012, 5355/2012, 5353/2012, 6303/2012, 6329/212 αδημ.). Περαιτέρω η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρ. 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8, 9 παρ. 2 και 11 του ν. 3869/2010, όπως οι ως άνω διατάξεις τροποποιήθηκαν και ισχύουν σήμερα καθώς και εκείνων του άρθρ.74 παρ.2 του ΚπολΔικ., εφόσον δε δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ των αιτούντων και των ως άνω πιστωτριών τους αντίστοιχα, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό από τις τελευταίες το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών τους ( βλ. τις έγγραφες παρατηρήσεις τους), πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα.
Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα που πρότειναν οι αιτούντες και εξετάστηκε στο ακροατήριο του δικαστηρίου (οι πιστώτριες δεν πρότειναν και δεν εξέτασαν μάρτυρα), η οποία κατ’άρθρ. 346 του ΚπολΔικ. λαμβάνεται υπόψη προς απόδειξη των ισχυρισμών όλων των διαδίκων και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, από τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προκειμένου να χρησιμεύσουν προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρ. 336§3 και 395 του ΚΠολΔ.), για κάποια από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά, χωρίς ωστόσο να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, απ’ όσα οι διάδικοι ισχυρίστηκαν στο ακροατήριο, από τις άμεσες και έμμεσες ομολογίες που προκύπτουν από τους ισχυρισμούς τους (άρθρ 261, 352, 339 του ΚΠολΔικ), τα διδάγματα της κοινής πείρας τα οποία λαμβάνει αυτεπαγγέλτως το Δικαστήριο υπόψη και χωρίς απόδειξη, από τα πραγματικά γεγονότα τα οποία είναι πασίγνωστα, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ότι είναι αληθινά, τα οποία λαμβάνονται και αυτά υπόψιν αυτεπαγγέλτως (άρθρ. 336 παρ. 1 και 4 του ΚΠολΔικ) και τέλος από την αυτεπάγγελτη εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος (άρθρ. 744 ΚΠολΔ), αλλά και απ’ όλη τη διαδικασία της συζήτησης της διαφοράς καθώς σύμφωνα με το άρθρο 745 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του και πραγματικούς ισχυρισμούς που επιτρεπτά έχουν προβληθεί μέχρι την περάτωση και της τελευταίας συζήτησης ενώπιον του, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι αιτούντες, ηλικίας … ετών ο πρώτος και …. ετών η δεύτερη, είναι σύζυγοι και από το γάμος τους έχουν αποκτήσει δύο τέκνα, τα οποία είναι ανήλικα, ηλικίας σήμερα … και …. ετών, που είναι μαθητές.
Διαμένουν σε ιδιόκτητη κατοικία στη Θεσσαλονίκη, επί της οποίας έχουν ποσοστό συγκυριότητας 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας και συγκεκριμένα σε διαμέρισμα του τρίτου ορόφου οικοδομής, που βρίσκεται επί της οδού …………, εμβαδού καθαρού 61,93 τ.μ. και μικτού 79,80 τ.μ., το οποίο αποτελείται από δύο -2- δωμάτια, σαλόνι, κουζίνα, χώλ και αποχωρητήριο και στο οποίο αντιστοιχεί ποσοστό 100,10/1000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου και των λοιπών κοινόκτητων και κοινόχρηστων μερών και εγκαταστάσεων της οικοδομής.
Ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως, εργάζεται ως οδηγός λεωφορείου στον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ) και λαμβάνει μηνιαίο μισθό, ποσού 1800 ευρώ περίπου, μαζί με την αναλογία των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας. Η αιτούσα της υπό στοιχείο Β αιτήσεως είναι από χα μέσα μηνός Νοεμβρίου 2011 άνεργη, εγγεγραμμένη στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, κάτοχος του με αριθμ. …………. δελτίου ανεργίας και σήμερα δεν έχει κανένα εισόδημα από οποιαδήποτε πηγή, μετά και την παύση καταβολής του επιδόματος ανεργίας που της καταβάλλονταν. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης (οι πιστώτριες δεν ισχυρίζονται και δεν αποδεικνύουν το αντίθετο) ανέλαβαν προς τις πιστώτριες, αντίστοιχα, τα παρακάτω χρέη, τα οποία είτε είναι εξασφαλισμένα με εγγυήσεις είτε όχι, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις – Νόμος 3869/2010, Αθήνα -2010σελ. 98 επ.), με εξαίρεση τα παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένα δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (άρθρ. 6 παρ. 3 Ν. 3869/2010) και οφείλουν τα παρακάτω ποσά: Α) ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως: 1. στην πρώτη πιστώτρια «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»: από την με αριθμ. …………….σύμβαση πιστωτικής κάρτας, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, ποσό 4.348,63 ευρώ, 2. στην πιστώτρια «Τράπεζα Eurobank Ergasias Α.Ε.», από την με αριθμ. …………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, που συνήψε ο αιτών με την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, ποσό 37.448,43 ευρώ και 3. στην πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»: α) από την με αριθμ. …………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12- 12-2011, ποσό 21.969,92 ευρώ, β) από την με αριθμ. ………………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12-2011, το ποσό των 58.847,97 ευρώ, γ) από την με αριθμ. ……………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12-2011, το ποσό των 47.055,04 ευρώ, δ) από την με αριθμ. ………….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 4.993,32 ευρώ και ε) από την με αριθμ. ……………σύμβαση καταναλωτικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, το ποσό των 6.381,69 ευρώ, όπως τα ποσά αυτά προκύπτουν από το με ημερομηνία 25-1-2012 έγγραφο που προσκομίζει η ως άνω πιστώτρια, χωρίς να προκύπτουν για τις υπό στοιχείο α’, β’ και γ’ οφειλές, τόκοι πέραν της ως άνω ημερομηνίας και μέχρι του χρόνου εκδόσεως της απόφασης, μέχρι του οποίου χρονικού σημείου συνεχίζουν να εκτοκίζονται οι απαιτήσεις της καθ’ής, δεδομένου ότι είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες (άρθρ.6 παρ.3 του Ν.3869/2010) και ειδικότερα με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί της κύριας κατοικίας των αιτούντων (βλ. τις ΑΠ 31/2009 και ΕφΘεσ 4/2010 ΤΝΠΝομος, σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ’ άρθρο 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού η πιστώτρια δεν προβαίνει στον υπολογισμό τους κατά μήνα τουλάχιστον μέχρι το χρόνο συζήτησης της αίτησης, ώστε το Δικαστήριο να μπορέσει να προβεί αναλογικά στον υπολογισμό χους μέχρι χο χρόνο έκδοσης της απόφασής του.
Δηλαδή η προς τις πιστώτριες του ανέρχεται στο ποσό των 181.044,73 ευρώ. Β) Η αιτούσα της υπό στοιχείο Β αιτήσεως οφείλει :1. στην πιστώτρια «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», από την με αριθμ. ……………..σύμβαση καταναλωτικού δανείου, στην οποία συμβλήθηκε ως εγγυήτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα, ποσό 37.448,43 ευρώ, 2. στην πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»: α) από την με αριθμ. …………. σύμβαση στεγαστικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12- 2011, ποσό 21.969,92 ευρώ, β) από την με αριθ. ……………σύμβαση στεγαστικού δανείου, στην οποία συμβλήθηκε ως εγγυήτρια, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12-2011, το ποσό των 58.847,97 ευρώ και γ) από την με αριθμ. ………….. σύμβαση στεγαστικού δανείου, μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την 12-12- 2011, το ποσό των 47.055,04 ευρώ, όπως τα παραπάνω προκύπτουν από το με ημερομηνία 25-1-2012 έγγραφο που προσκομίζει η ως άνω πιστώτρια, χωρίς να προκύπτουν για τις οφειλές αυτές, τόκοι πέραν της ως άνω ημερομηνίας και μέχρι του χρόνου εκδόσεως της απόφασης, μέχρι του οποίου χρονικού σημείου συνεχίζουν να εκτοκίζονται, δεδομένου ότι είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένες (άρθρ.6 παρ.3 του Ν.3869/2010) και ειδικότερα με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί κύριας κατοικίας των αιτούντων.
Δηλαδή η συνολική οφειλή της αιτούσας της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως προς τις πιστώτριές της ανέρχεται στο ποσό των 165.321,36 ευρώ. Από το ποσό αυτό οι αιτούντες είναι συνοφειλέτες στο ποσό των 127.800 ευρώ περίπου, που αντιστοιχεί στα στεγαστικά δάνεια, με τα οποία κάλυψαν την αγορά της κύριας κατοικίας τους. Κατά το χρόνο συνολική οφειλή ίου αιτούντος της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως’ ανάληψης ίου μεγαλύτερου μέρους των οφειλών τους, που είναι τα στεγαστικά δάνεια που έλαβαν για την απόκτηση της πρώτης κατοικίας τους, κατά το έτος 2006 και το 2008, οι αιτούντες εργάζονταν και οι δύο, ο μεν αιτών στον ΟΑΣΘ, η δε αιτούσα στην εκδοτική εταιρεία με την επωνυμία «…………. Ο.Ε.» και είχαν εισοδήματα της τάξεως των 3.000 ευρώ περίπου, που τους επέτρεπαν να εξυπηρετούν χωρίς πρόβλημα τις δανειακές υποχρεώσεις τους. Από το έτος 2011 όμως, όταν το εισόδημα της αιτούσας της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως μειώθηκε αρχικά, λόγω μείωσης των ωρών εργασίας από την εργοδότριά της, ενώ στη συνέχεια απολύθηκε από την εργασία της, την 15-11-2011, έπαυσαν να ανταποκρίνονται στις ως άνω υποχρεώσεις τους και έκτοτε, εφόσον η ανεργία της αιτούσας συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, έχουν περιέλθει σε πραγματική και μόνιμη αδυναμία να πληρώνουν τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές τους από τις ως άνω συμβάσεις, η οποία δεν οφείλεται σε δόλο καθώς μετά από την αφαίρεση των δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών τους, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες για την διατροφή, ένδυση, υπόδηση, αλλά και δαπάνες εκπαίδευσης των δύο ανήλικων τέκνων τους, η υπολειπόμενη ρευστότητα τους δεν τους επιτρέπει να ανταποκριθούν στον όγκο των οφειλών τους, δεδομένου ότι το ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των δανείων τους, από τα οποία τα καταναλωτικά επιβαρύνονται με υψηλά επιτόκια, ύψους 1.000 ευρώ, περίπου έχουν περιορίσει σε σημαντικό βαθμό το εισόδημά τους, με αποτέλεσμα να μην επαρκεί για την αντιμετώπιση των αναγκαίων δαπανών διαβίωσής τους. Δεν μπορεί δε να καταλογισθεί δόλια συμπεριφορά στους αιτούντες ούτε κατά τη σύναψη των δανειακών συμβάσεων, ο κύριος όγκος των οποίων αφορά στα στεγαστικά δάνεια που έλαβαν κατά τα έτη 2006 και 2008, ως συνοφειλέτες, αλλά και ως προς τα υπόλοιπα δάνεια που έλαβε ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως, η λήψη των οποίων, κατά πλειονότητα, ανάγεται σε χρόνο κατά πολύ προγενέστερο της επέλευσης της αδυναμίας εξυπηρέτησής τους και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για απαραίτητες επισκευές του διαμερίσματος που αγόρασαν, το οποίο ήταν κατασκευής του 1990 περίπου καθώς, οι αιτούντες είχαν την οικονομική δυνατότητα να τα εξυπηρετούν εφόσον κατά χο χρόνο λήψης χους είχαν υψηλά εισοδήματα, χωρίς να μπορούν να προβλέψουν την οικονομική κρίση που θα έπληττε τη χώρα, εξαιτίας της οποίας η αιτούσα της υπό στοιχείο Β’αιτήσεως απώλεσε την εργασία της και το εισόδημα που πορίζονταν από αυτήν. Συντρέχουν επομένως στο πρόσωπο των αιτούντων οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση του νόμου 3869/2010, απορριπτομένης ως αβάσιμης της ένστασης των πιστωτριών περί δόλιας περιέλευσης αυτών σε αδυναμία πληρωμών, αλλά και αυτής περί καταχρηστικής άσκησης της ένδικης αιτήσεως. Μοναδικό ακίνητο περιουσιακό στοιχείο των αιτούντων αποτελεί το ποσοστό της συγκυριότητάς τους, κατά 50% εξ αδιαιρέτου του καθενός επί του προπεριγραφομένου διαμερίσματος όπου διαμένουν με τα ανήλικα τέκνα τους, που περιγράφεται παραπάνω και το οποίο περιήλθε σε αυτούς δυνάμει του με αριθμ………συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Χριστίνας Σχρογγύλη-Γκαλιμάνη, που μεταγράφηκε νόμιμα.
Η αντικειμενική αξία του ως άνω διαμερίσματος ανέρχεται στο ποσό των 57.785,33 ευρώ και του ποσοστού συγκυριότητας του καθενός από χους αιτούντες επ’αυτού, στο ποσό των 28.892,66 ευρώ. Το ως άνω διαμέρισμα αποτελεί την κύρια κατοικία των αιτούντων και η αξία του ποσοστού συγκυριότητάς τους απ’αυτής, δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού, που απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή της από την εκποίηση.
Επίσης ο αιτών της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως έχει στην κυριότητά του το με αριθμ. κυκλοφορίας … ΙΧΕ αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής …, τύπου …., 1200 cc, με χρονολογία πρώτης άδειας το 1997, εμπορικής αξίας 1.000 ευρώ περίπου. Ενόψει του ότι το σύνολο των οφειλών των αιτούντων προς τις ως άνω πιστώτριές τους ανέρχεται σε 181.044,73 ευρώ και 165.321,36 ευρώ αντίστοιχα και δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία, εξαιρουμένου του προπεριγραφομένου οχήματος, το οποίο δεν κρίνεται πρόσφορο προς εκποίηση καθώς λόγω της μικρής εμπορικής αξίας του, όπως αυτή διαμορφώνεται με βάση τον τύπο και την παλαιότητά του, η προσφορά του προς εκποίηση δε θα προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, δεδομένων των ιδιαίτερα πτωτικών τάσεων αγοράς τέτοιων οχημάτων, ώστε να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών του, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων εκποίησης και συνεπώς δεν πρέπει να διαταχθεί η κατά τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1 ν. 3869/10 εκποίηση του και του ποσοστού συγκυριότητάς των αιτούντων επί του επίσης προπεριγραφομένου διαμερίσματος, που αποτελεί την κύρια κατοικία τους, της οποίας ζητούν την εξαίρεση από την εκποίηση, πρέπει να γίνει συνδυασμός των δύο ρυθμίσεων του νόμου 3869/2010 και συγκεκριμένα αυτής του άρθρ. 8 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές επί 3ετία έως 5ετία, από τα εισοδήματά τους και αυτής του άρθρ. 9 παρ. 2 για σταδιακές καταβολές, προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία τους, για τη διάσωση δηλαδή ίου ποσοστού συγκυριότητας του καθενός από τους αιτούντες επί της κύριας κατοικίας τους, για την οποία πρέπει να καταβάλουν μέχρι το 80% της αντικειμενικής αξίας της που ανέρχεται, όπως προαναφέρθηκε, σε 28.892,66 ευρώ, δηλαδή ποσό μέχρι αυτό των 23.114,13 ευρώ, ο καθένας.
Έτσι ως προς τον αιτούντα της υπό στοιχείο Α’αιτήσεως, η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις πιο πάνω πιστώτριές του από τα εισοδήματά του επί πενταετία, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, αυτό θα διαμορφωθεί με βάση τις οικογενειακές δαπάνες των αιτούντων, όπως αυτές αναφέρονται παραπάνω και τη συνεισφορά τους για την κάλυψη των αναγκών αυτών ανάλογα με τα εισοδήματά τους.
Επομένως ενόψει όλων των προαναφερομένων και του ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1389 ΑΚ, οι σύζυγοι έχουν την υποχρέωση να συνεισφέρουν από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας και η συνεισφορά γίνεται με την προσωπική εργασία, τα εισοδήματά τους και την περιουσία τους, το προς διάθεση στις πιστώτριές του ποσό, που πρέπει αυτός να καταβάλλει, θα οριστεί σε 550 ευρώ το μήνα, συμμέτρως κατανεμόμενο μεταξύ τους, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες, με δεδομένο ότι πλέον θα παύσει η παρακράτηση του ποσού των 166,47 ευρώ από το μηνιαίο μισθό του, που του παρακρατούσε το «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», μετά τη χορήγηση της από 20-12-2011 διαταγής πληρωμής της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης.
Από το ποσό αυτό θα λάβουν: 1) η πιστώτρια «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» ποσό 13,20 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X4.348,63), 2) η πιστώτρια «Τράπεζα Eurobank ergasias Α.Ε.» ποσό 113,70 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X37.448,43) και 3) η πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»: για την υπό στοιχείο α’ ενέγγυο απαίτηση της, ποσό 66,70 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X21.969,92), για την υπό στοιχείο β’ ενέγγυο απαίτηση της, ποσό 178,80 ευρώ μηνιαίως (550: 181.044,73X58.847,97), για την υπό στοιχείο γ’ ενέγγυο απαίτηση της, ποσό 143 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X47.055,04), νια την υπό στοιχείο δ’ ανέγγυο απαίτηση της, ποσό 15,70 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X4.993,32) και για την υπό στοιχείο ε’ ανέγγυο απαίτηση της, ποσό 18,90 ευρώ μηνιαίως (550:181.044,73X6.381,69). Έτσι μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της πενταετίας οι άνω πιστώτριες θα έχουν λάβει: 1) η «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», το ποσό των 792 ευρώ, με υπόλοιπο απαιτήσεως 3.556,63 ευρώ, 2) η πιστώτρια «Τράπεζα Eurobank ergasias Α.Ε.», το ποσό των 6.822 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης ποσού 30.626,43 ευρώ και 3) η πιστώτρια «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» για την υπό στοιχείο α’ενέγγυο απαίτησή της ποσό 4.002 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης 17.967,92 ευρώ, για την υπό στοιχείο β’ ενέγγυο απαίτησή της ποσό 10.728 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησή της, ποσό 8.580 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης 38.475,04 ευρώ, για την υπό στοιχείο δ’ ανέγγυο απαίτησή της, ποσό 942 ευρώ με υπόλοιπο απαίτησης 4.051,32 ευρώ και για την υπό στοιχείο ε’ ανέγγυο απαίτησή της, ποσό 1.134 ευρώ, με υπόλοιπο απαίτησης 5.247,69 ευρώ.
Η ρύθμιση αυτή θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 ρύθμιση, εφόσον με τις καταβολές επί πενταετία της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτριών του αιτούντος της υπό στοιχείο Α αιτήσεως και προβάλλεται σχετικό αίτημα από αυτόν, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο η εξαίρεση του ποσοστού συγκυριότητάς του επί της κατοικίας του από την εκποίηση. Στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής του άρθρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση του ποσοστού συγκυριότητας του αιτούντος επί της κύριας κατοικίας του, για την οποία πρέπει να καταβάλει μέχρι το 80% της αντικειμενικής αξίας της που ανέρχεται, όπως προαναφέρθηκε, σε 28.892,66 ευρώ, δηλαδή ποσό μέχρι αυτό των 23.114,13 ευρώ. Με βάση λοιπόν τη ρύθμιση του άρθρ. 9 παρ. 2 εφόσον μεν τα υπόλοιπα των χρεών του οφειλέτη μετά τις καταβολές της ρύθμισης του άρθρ. 8 παρ. 2 υπερβαίνουν το ποσό του το 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας του, το Δικαστήριο θα προβεί σε ρύθμιση επιβάλλοντάς του πρόσθετο χρέος για την εξόφληση των οφειλών του αυτών, ίσο με το ποσό αυτό του 80% απαλλασσόμενου του υπολοίπου των χρεών με την τήρηση της ρύθμισης. Εφόσον δε τα υπόλοιπα των χρεών του είναι μικρότερα του 80%, θα υποχρεωθεί σε καταβολές μέχρι την εξάντληση του ποσού αυτού.
Η συνολική οφειλή του πρώτου αιτούντος προς τις άνω πιστώτριές του, μετά τις πιο πάνω καταβολές επί πενταετία, ανέρχεται σε 148.044,73 ευρώ, είναι επομένως μεγαλύτερη του ποσού των 23.114.13 ευρώ, ήτοι του 80% της αντικειμενικής αξίας του ποσοστού συγκυριότητάς του επί της κύριας κατοικίας του, που είναι το όριο που ορίζει ο νόμος για τη διάσωσή της, οπότε θα κληθεί να καταβάλλει μέχρι το ποσό αυτό. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει πέντε χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε χρονικό διάστημα 6 ετών (72 μηνών), με μηνιαίες δόσεις, ποσού 321,03 ευρώ η κάθε μία, λαμβανομένης υπόψη της διάρκειας των δανείων, του συνόλου των χρεών του αιτούντος και της οικονομικής του δυνατότητας.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση αυτή και εφόσον η υπό στοιχείο β’ απαίτηση από το αντίστοιχο στεγαστικό δάνειο της πιστώτριας «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α. Ε.», με υπόλοιπο απαιτήσεως από αυτό, μετά τις καταβολές επί 5ετία, ποσού 48.119,97 ευρώ, είναι ασφαλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια επί της κύριας κατοικίας του αιτούντος και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης πρώτης σειράς που ενεγράφη δυνάμει της με αριθμ. 17300/2006 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, επί της κύριας κατοικίας του αιτούντος, αυτή θα ικανοποιηθεί προνομιακά, μέχρις εξαντλήσεως του ποσού των 23.114,13 ευρώ. Ως προς τη δεύτερη αιτούσα, από τα προαναφερόμενα αποδείχτηκε ότι σήμερα δεν μπορεί να διαθέσει για ρύθμιση των οφειλών της κανένα ποσό, δεδομένου ότι δεν έχει κανένα εισόδημα και τα εισοδήματα του συζύγου της τα οποία συνυπολογίζονται προκειμένου να μειώσουν σε κάποιο ποσοστό την ανάγκη κάλυψης των βιοτικών αναγκών της αιτούσας από το δικό της εισόδημα, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να καλυφθούν οι οφειλές από τις δανειακές υποχρεώσεις της απούσας καθώς τα χρέη του οφειλέτη δεν είναι «οικογενειακά» και δεν πρέπει να επιβαρύνεται ο σύζυγος με την περιουσία του και τα εισοδήματά του για την εξόφληση των χρεών αυτών (βλ. Ειρ Περιστερίου 36/2012 ΤΝΠ ΔΣΑ).
Περαιτέρω επειδή στην πράξη δεν αποκλείεται η εμφάνιση ακραίων ή εξαιρετικών περιπτώσεων οφειλετών, οι οποίοι έχουν πραγματική αδυναμία καταβολών και ελάχιστου ακόμη ποσού, όπως, ενδεικτικά αυτό μπορεί να συμβεί σε περίπτωση χρόνιας χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη ανεργίας, σοβαρών προβλημάτων υγείας του ή άλλου μέλους της οικογένειας του, ανεπαρκούς εισοδήματος για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών ή άλλων λόγων ισοδύναμης βαρύτητας και λαμβάνοντας τέτοιες περιπτώσεις υπόψη ο νομοθέτης, επιχειρεί ειδική ρύθμιση στην παρ. 5 του άρθρ. 8 του Ν. 3869/2010. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν τηρείται ο κανόνας που επιβάλλεται με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, αλλά επιτρέπεται στο δικαστήριο να καθορίζει μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές ακόμη καταβολές κατά τη διατύπωση του νόμου. Ο δικαστής κατά το ανακριτικό σύστημα δεν περιορίζεται από το αίτημα περί δικαστικής ρύθμισης και το σχέδιο αποπληρωμής που προτείνει ο οφειλέτης. Συνεπώς εάν αξιολογήσει την οικονομική του κατάσταση ως τέτοια που επιβάλλει μικρές ή μηδενικές καταβολές, τότε θα το αποφασίσει ακόμα και αυτεπαγγέλτως, χωρίς την ανάγκη σχετικού αιτήματος του οφειλέτη (βλ. ΕιρΝικ 39/2012 ΝοΒ 20.12σ.1444).
Το δικαστήριο προβαίνοντας σε εφαρμογή της διάταξης του εδ. α’ της παρ. 5 του άρθρ. 8 του άνω νόμου, ορίζει με την ίδια απόφαση νέα δικάσιμο που απέχει από την προηγούμενη όχι λιγότερο από πέντε (5) μήνες για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Στη νέα αυτή δικάσιμο είτε επαναλαμβάνει την προηγούμενη απόφαση του είτε προσδιορίζει εκ νέου τις καταβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω, αν συντρέχει περίπτωση. Για τη νέα δικάσιμο οι διάδικοι (οφειλέτες-πιστωτές) ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια.
Από τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρ. 8 του άνω νόμου, δηλαδή, προκύπτει ότι με τον καθορισμό μηδενικών ή μικρού ύψους καταβολών από το δικαστήριο δεν εκκαθαρίζεται οριστικά το θέμα της απαλλαγής του οφειλέτη από τα χρέη, αλλά αναμένεται η παρέλευση των πέντε (5) ετών και έλεγχος μήπως μέσα στο διάστημα αυτό αλλάξουν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και τα τυχόν εισοδήματά του, που να δικαιολογήσουν νέο προσδιορισμό του ύψους των καταβολών (βλ. Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση τον Ν.3869/2010, όπως ισχύει μετά τις επελθούσες νομοθετικές μεταβολές, σελ. 197-198, αριθμ. 66-67, ΕιρΑχαρν 3/2011, ΕιρΠατρ. 16/2012, ΕιρΠαμίσου 1/2012 Νόμος, ΕιρΘες 7730/2011, αδημ.). Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας εξαιρετικές περιστάσεις και συγκεκριμένα έλλειψη κάθε εισοδήματος προς αντιμετώπιση των στοιχειωδών βιοτικών αναγκών της, λόγω της ανεργίας της, παρόλο που καταβάλλει προσπάθειες προς ανεύρεση εργασίας.
Γι’ αυτό πρέπει, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος που υπέβαλλε με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και με τις προτάσεις της που κατέθεσε επί της έδρας, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρ. 8 παρ. 5 του ν. 3869/2010, να οριστούν μηδενικές μηνιαίες καταβολές, συγχρόνως δε νέα δικάσιμος, για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών, η 1-12-2015, στο συνήθη τόπο και χρόνο συνεδρίασης του Δικαστηρίου, θεωρώντας ότι εντός του χρονικού αυτού διαστήματος, μέχρι τη νέα δικάσιμο, είναι δυνατό να έχει βελτιωθεί η οικονομική της κατάσταση, η οποία οφειλόμενη κατά κύριο λόγο στην δυσμενή οικονομική κατάσταση της χώρας, κρίνεται προσωρινή και δεν είναι δυνατόν να διαγνωστεί ο χρόνος που θα παραμείνει άνεργη, δεδομένου ότι είναι …ετών, με ειδικότητα γραφίστα και σχετική προϋπηρεσία, εφόσον εργάζονταν μέχρι το Νοέμβριο του 2011 στην προαναφερόμενη εργοδότριά της ως γραφίστας και το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι ικανή προς εξεύρεση ανάλογης απασχόλησης που θα της αποφέρει εισοδήματα από τα οποία θα ικανοποιήσει έστω και μέρος των απαιτήσεων των πιστωτριών της, κατά τα οριζόμενα άλλωστε και στην παρ.3 του άρθρ.8 του Ν.3869/2010, ότι σε κάθε περίπτωση ο οφειλέτης οφείλει να εργάζεται κατά την διάρκεια της περιόδου ρύθμισης, ή αν δεν εργάζεται να καταβάλει εύλογη προσπάθεια για την εξεύρεση ανάλογης εργασίας, ώστε σ’ αυτήν (άνω νέα δικάσιμο) να επαναπροσδιορισθούν οι μηνιαίες καταβολές του άρθρ.8 παρ.2 του ν.3869/2010, αλλά να ορισθούν και αυτές του άρθρ. 9 παρ. 2 του ίδιου νόμου, δηλαδή αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, ως προς το χρόνο έναρξης τους, τη διάρκειά τους και το ποσό τους.
Κατόπιν τούτων οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές ως βάσιμες και κατ’ ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές των αιτούντων σύμφωνα με το διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010,αλλά ούτε και ορίζεται παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση άσκησης ανακοπής από τις ερημοδικασθείσες πιστώτριες, δεδομένου ότι η παρούσα δεν υπόκειται σ’αυτό το ένδικο μέσο (άρθρ. 14 Ν.3869/2010).