Εφ Θεσσαλ 2182/2000
Δημοσιευμένη στο νομικό περιοδικό ΔΕΕ 2001.187
Επιταγή ακάλυπτη. Αγωγή του κομιστή.
Ενστάσεις του εναγομένου εκδότη. Ισχυρισμός για μείωση του ύψους της ζημίας του δανειστή επειδή η απαίτησή του περιέχει τοκογλυφικούς τόκους.
Ενσταση του ιδίου, ότι ο κομιστής – ενάγων γνώριζε την έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων του εκδότη της στην πληρώτρια τράπεζα και ότι ο τελευταίος θα την αντικαθιστούσε με άλλη και ότι, συνακολούθως, ζημιώθηκε εξ οικείου πταίσματος
Πρόεδρος Δ. Λαγουμίδης, Πρόεδρος Εφετών Εισηγήτρια Δ. Κώνστα, Εφέτης
Δικηγόροι Η. Κωνσταντάκος, Χ. Τσαγκαλίδου-Τσέλιου
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ : ……………………………………………… […]
Με την κρινόμενη αγωγή της εκθέτει η ενάγουσα ότι η εναγομένη εξέδωσε σε διαταγή της στις 18.2.1996 την υπ` αριθμ. …μεταχρονολογημένη τραπεζική επιταγή, ποσού 26.000.000 δραχμών, πληρωτέα στην Τράπεζα Π., ενώ γνώριζε ότι δεν υπήρχαν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια αυτής στην ανωτέρω Τράπεζα και για το λόγο αυτό δεν πληρώθηκε η επιταγή κατά την εμπρόθεσμη εμφάνισή της προς πληρωμή την 1.2.1996, με αποτέλεσμα να ζημιωθεί η ενάγουσα κατά το ανωτέρω ποσό.
Κατ` ακολουθία ζητεί η ενάγουσα με επίκληση της άνω παράνομης συμπεριφοράς της εναγομένης, να υποχρεωθεί η εναγομένη ως ενεχόμενη από αδικοπραξία, να της καταβάλει 1.000.000 δραχμές με νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της εμφάνισης της επιταγής προς πληρωμή, άλλως από την επίδοση της αγωγής, ενώ για το υπόλοιπο ποσό ζητεί, όπως το αίτημα της αγωγής παραδεκτά περιορίσθηκε με τις προτάσεις της ενάγουσας ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη της οφείλει το υπόλοιπο αυτό ποσό των 25.000.000 δραχμών.
Επι πλέον ζητεί όπως η εναγομένη υποχρεωθεί στην καταβολή του ως άνω ποσού του 1.000.000 δραχμών και με προσωπική της κράτηση. Η αγωγή ειναι νόμιμη, ειδικότερα για την καταβολή τόκων είναι νόμιμη για τον από της επιδόσεως της αγωγής χρόνο, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 70 ΚΠολΔ, 70 Ν 5960/1933, 914, 298, 297, 346 ΑΚ και 1047 ΚΠολΔ.
Πρέπει επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω, αφού για το αντικείμενο αυτής έχει καταβληθεί το προσήκον δικαστικό ένσημο με τα αναλογούντα σε αυτό ποσοστά υπέρ τρίτων, όπως τούτο προκύπτει από την εκκαλουμένη απόφαση.
Η εναγομένη αρνείται την αγωγή ισχυριζόμενη ότι μέρος του ποσού της επίδικης επιταγής και συγκεκριμένα 3.000.000 δραχμές έχει καταβάλει στην ενάγουσα, σε τρόπο ώστε να έχει επέλθει απόσβεση της οφειλής της ως προς το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής, ενώ ως προς το αναγνωριστικό αίτημα έχει μειωθεί η οφειλή της και ως εκ τούτου η αντίστοιχη ζημία της ενάγουσας κατά 2.000.000 δραχμές.
Το ύψος της ζημίας της ενάγουσας αρνείται η εναγομένη και με τον περαιτέρω ισχυρισμό της ότι η επιταγή αφορούσε σύμβαση δανείου ποσού 5.000.000 δραχμών που της χορήγησε η ενάγουσα στις 30.6.1993 για το οποίο συνομολογήθηκε επιτόκιο 60% ανά δίμηνο με αποτέλεσμα των τοκογλυφικών αυτών τόκων να ανέλθει το ποσό του δανείου στις 18.2.1996 στο ποσό των 26.000.000 δραχμών, όσο δηλαδή το ποσό της επιταγής.
Ο ισχυρισμός αυτός ειναι νόμιμος, κατά τα άρθρα 174 και 294 ΑΚ από τις διατάξεις των οποίων σαφώς προκύπτει ότι η απώλεια των τοκογλυφικών τόκων δεν αποτελεί προστατευτέα ζημία της ενάγουσας (ΕφΑθ 12410/1990 ΕΕμπΔ 43, 249, ΕφΑθ 9012/1990 ΕλΔ 35, 467).
Τέλος η εναγομένη ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα κατά την έκδοση της επίδικης επιταγής γνώριζε την έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων για την πληρωμή της στην πληρώτρια τράπεζα και ότι γι` αυτό τον λόγο η εναγομένη θα αντικαθιστούσε την επίδικη με άλλη επιταγή και ως εκ τούτου εξ οικείου πταίσματος ζημιώθηκε.
Νόμιμος είναι και ο ως άνω ισχυρισμός και συνιστά τη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 300 και 914 ΑΚ, καταλυτική της αγωγής, ένσταση.
Ετσι και ενόψει των εκατέρωθεν αρνήσεων, η μεν ενάγουσα ειναι υπόχρεη να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν την αγωγή, πλην εκείνου που αφορά την εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή, αφού αυτή αποδεικνύεται από τη βεβαίωση της πληρώτριας Τράπεζας στο σώμα της επιταγής, η δε εναγομένη τα περιστατικά που στοιχειοθετούν την ως άνω ένστασή της.
(Δέχεται την έφεση και διατάσσει αποδείξεις.)