ΤΜΗΜΑ Ε’
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Κωνσταντίνο Γεωργιάδη, Εφέτη, και τη Γραμματέα Χαραλαμπία Στάθη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 19 Φεβρουαρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ – ΔΙΑ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ : Της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………. Ε.Ε,», που εδρεύει στο Νομό Ηλείας και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Δημήτριου Τσαγκαλίδη [A.M. 2176 Δ.Σ.Θ.]
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΚΑΘ’ ΗΣ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΕΦΕΣΗΣ – ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ – ΚΑΘ’ ΗΣ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΚΟΠΗΣ: Της Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής 4 και εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ», σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 66/3/26-3-2013 απόφαση της ΕΠΑΘ της Τράπεζας της Ελλάδος, το υπ’ αριθμ. 97/26-3-2013 Διάταγμα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, το οποίο δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμ. 4640/26-3-2013 φύλλο της επίσημης Εφημερίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας και την από 26-3-2013 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης, που υπεγράφη μεταξύ των δύο ανωτέρων αναφερομένων Τραπεζών, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της ……….. [A.M. ….. Δ.Σ.Θ.].
Η ανακόπτουσα άσκησε κατά της καθ’ ής η ανακοπή την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2011 ανακοπή της, καθώς και τους υπ’ αριθμ. …../2012 και …../2011 πρόσθετους λόγους ανακοπής, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με τις οποίες ζήτησε ότι αναφέρεται σ’ αυτές. Το άνω Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθμ. …../2013 οριστική απόφασή του με την οποία απέρριψε την ανακοπή και τους πρόσθετους λόγους ανακοπής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με την υπ’ αριθμ……/27-06-2013 έφεσή της, καθώς και με τους υπ’ αριθμ. ……/13-11-2014 ……/20-11-2014 πρόσθετους λόγους έφεσης, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το σχετικό πινάκιο στη σειρά της, ο έτερος πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά κατέθεσε μονομερή δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει, και προκατέθεσε προτάσεις. Αντίθετα ο έτερος πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, και αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατ έθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση από 26.6.2013 (αριθμ. κατάθ. …./2013) έφεση, όπως αυτή διευρύνθηκε με τους υπ’αριθμ. κατάθεσης …./2014 και …./2014 πρόσθετους λόγους, κατά της …../2013 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους (άρθρα 635 επ. του ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ. και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ), αφού η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε την 14.6.2013 (βλ. την ….. Ε|2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης …..) και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου την 27.6.2013 (βλ. την …./2013 πράξη κατάθεσης στο τέλος του δικογράφου της έφεσης της αρμόδιας γραμματέα). Επομένως, πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).
Η εκκαλούσα με την υπ’αριθμ. κατάθεσης …./2011 ανακοπή της και τους υπ’αριθμ. κατάθεσης …./2011 και …./2012 πρόσθετους λόγους αυτής ζήτησε να ακυρωθεί, για τους αναφερομένους σ’αυτήν (ανακοπή) λόγους, η …./2011 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία εκδόθηκε εις βάρος της βάσει του αναφερομένου σ’αυτή πιστωτικού τίτλου (τραπεζική επιταγή),ύστερα από σχετική αίτηση της καθής η ανακοπή «Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία ΛΙΜΙΤΕΔ», στα δικαιώματα και υποχρεώσεις της οποίας υπεισήλθε, ως ειδική διάδοχος, η ήδη εφεσίβλητη «Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε.». Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε την ανακοπή αυτήν ως κατ’ουσίαν αβάσιμη και επικύρωσε την παραπάνω διαταγή πληρωμής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η εκκαλούσα για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η ανακοπή της.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 22 του Ν. 5960/1933 «περί επιταγής» τα εξ αναγωγής εναγόμενα πρόσωπα δε μπορούν να αντιτάξουν κατά του κομιστή ενστάσεις που στηρίζονται σε προσωπικές τους σχέσεις με τον εκδότη ή τους προηγούμενους κομιστές, εκτός αν ο κομιστής κατά την απόκτηση της επιταγής ενήργησε με γνώση προς βλάβη του οφειλέτη. Από τη διάταξη αυτή, που εκφράζει το αναιτιώδες της ενοχής από την επιταγή, σαφώς συνάγεται ότι κατ’εξαίρεση μόνο επιτρέπεται η προβολή τέτοιων ενστάσεων από το εναγόμενο εξ επιταγής πρόσωπο κατά του κομιστή, αν ο κομιστής, κατά το χρόνο κτήσης της επιταγής, αφενός τελούσε σε γνώση της ύπαρξης των ενστάσεων αυτών και αφετέρου ενήργησε προς βλάβη του οφειλέτη. Τέτοια ενέργεια, κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης, υπάρχει όταν ο κομιστής γνωρίζει, κατά το χρόνο απόκτησης της επιταγής, ότι με τη μεταβίβασή της σ’αυτόν είναι δυνατό να ματαιωθεί η προβολή των ενστάσεων αυτών και ότι επιτυγχάνεται έτσι η πληρωμή της, η οποία χωρίς τη μεταβίβαση αυτή δε θα επιτυγχανόταν.
Για να πραγματοποιηθεί το περιεχόμενο του στοιχείου αυτού δεν αρκεί απλή πιθανολόγηση της βλάβης, αλλά πρέπει να υπάρχει συνείδηση βλάβης, δηλαδή γνώση του δυνατού της βλάβης. Σε περίπτωση που ο κομιστής είναι νομικό πρόσωπο η γνώση και ο σκοπός βλάβης του οφειλέτη κρίνονται από το πρόσωπο του κατά το καταστατικού εκπροσώπου του (άρθρο 70 του ΑΚ) ή του αντιπροσώπου του, σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο ενήργησε με αντιπρόσωπο (άρθρο 214 του ΑΚ) . Περαιτέρω, συνήθης είναι στην πράξη η έκδοση καταπιστευτικών αξιογράφων (συναλλαγματικής ή τραπεζικής επιταγής), που εκδίδονται «χάριν εγγυήσεως».
Με τον όρο αυτό νοούνται οι περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες καθίσταται μεν κάποιος δικαιούχος του τίτλου, συγχρόνως όμως συνομολογείται ότι ο δικαιούχος αυτός κατά ορισμένο μόνο τρόπο και υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα ενασκήσει το δικαίωμά του από τον τίτλο. Στις περιπτώσεις αυτές παρέχεται στον οφειλέτη ένσταση αναβλητική ή ανατρεπτική κατά τις περιστάσεις, βασιζόμενη στην αιτιώδη (υποκείμενη) σχέση, την οποία αυτός, ως εν ιστάμενος, οφείλει να αποκαλύψει και να αποδείξει.
Στην κατηγορία των ενστάσεων αυτών υπάγονται, εκτός άλλων, και οι περιπτώσεις που συμφωνείται μεταξύ των ενδιαφερομένων ότι ο αντισυμβαλλόμενος θα δικαιούται να εισπράξει τον τίτλο υπό την προϋπόθεση ότι εκπληρώθηκαν ορισμένοι όροι από την αιτιώδη σχέση ή θα έχει πληρωθεί άλλη αίρεση ή ακόμη όταν η επιταγή επέχει θέση εγγυοδοσίας και εκδίδεται για ασφάλεια μελλοντικής απαίτησης του κομιστή, ο οποίος δεσμεύεται να μη κάνει πρόωρη χρήση αυτής (ΕφΑθ 22951/2012 ΔΕΕ 2012,799, ΕφΠειρ 2951/2011 ΕΕμπΔ 2012,79,ΕφΑθ 4341/2010 δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 20091/2009 ΕλλΔνη 2010,154). Η ένσταση του οφειλέτη από επιταγή ότι αυτή έχει δοθεί προς εξασφάλιση απαίτησης αποκτά σημασία μόνον όταν ο οφειλέτης αποδείξει ότι ο κομιστής της επιταγής δεν έχει αποκτήσει από τη βασική σχέση ληξιπρόθεσμη αξίωση ή ότι δεν έχει αποκτήσει αξίωση από τη συγκεκριμένη σχέση (ΕφΔωδ 251/2009 δημοσίευση ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση, από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την ανακόπτουσα ένορκες βεβαιώσεις με αριθμό πράξης …/3.4.2012 του Συμβολαιογράφου Κατερίνης Δημητρίου Κουτσοχήνα, που έγιναν ύστερα από νομότυπη κλήτευση της καθής η ανακοπή (άρθρο 270 παρ. 2 του ΚΠολΔ – βλ. την ….Γ’ | 30.3.2012 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Αστεριού Γεωργούδα) και όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ανακόπτουσα εταιρία με την επωνυμία «……. Ε. Ε.» εξέδωσε στη Θεσσαλονίκη την 17.5.2011, στο πλαίσιο σύμβασης έργου περί κατασκευής φωτοβολταϊκού πάρκου που συνήψε την παραπάνω ημερομηνία με την εταιρία «…… Α.Ε.», η οποία είχε ως αντικείμενο της εμπορικής δραστηριότητάς της και την εμπορία, εγκατάσταση και εκμετάλλευση ενεργειακού εξοπλισμού, καθώς και τη διαχείριση, παραγωγή και εκμετάλλευση ενέργειας κάθε φύσης, την υπ’αριθμ. ………-7 επιταγή της «Τράπεζας Πειραιώς Α.Ε.», χρηματικού ποσού 55.000 ευρώ, με φερόμενη επ’ αυτής ημερομηνία έκδοσης την 13.12.2011, που εσύρετο από τον 017 ………63 6 λογαριασμό της στην ως άνω πληρώτρια τράπεζα.
Την επιταγή αυτή εξέδωσε η ανακόπτουσα σε διαταγή της εταιρίας «…….. Α.Ε.», υπό την ιδιότητα της ως εργολάβου εταιρίας στην ως άνω συναφθείσα μεταξύ τους σύμβαση έργου. Η τελευταία την 23.5.2011 μεταβίβασε με οπισθογράφηση ως «αξία λόγω ενεχύρου» και παρέδωσε την παραπάνω τραπεζική επιταγή στην καθής η ανακοπή «Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία ΛΙΜΙΤΕΔ», με την οποία, ας σημειωθεί, ήδη από το έτος 1999 είχε συνάψει σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού και της οποίας ειδική διάδοχος κατά νόμο τυγχάνει η «Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε.» (ήδη εκκαλούσα).
Η τραπεζική αυτή επιταγή εμφανίστηκε προς πληρωμή νομότυπα και εμπρόθεσμα την 16.11.2011 και δεν πληρώθηκε, γιατί η ανακόπτουσα εκδότρια ανακάλεσε την εντολή της προς την πληρώτρια τράπεζα. Ακολούθως, ύστερα από αίτηση της καθής κατά της ανακόπτουσας και της ως άνω ενεχυράστριας οπισθογράφου εταιρίας, σε διαταγή της οποίας εκδόθηκε η επιταγή (μη διαδίκου στην παρούσα δίκη),εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την ένδικη ανακοπή …./2011 διαταγή πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκαν και οι δύο εταιρίες, εις ολόκληρο η καθεμία, να καταβάλουν στην καθής το ποσό των 55.000 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων.
Αιτία της έκδοσης της ένδικης επιταγής ήταν η προαναφερόμενη κατάρτιση της σύμβασης έργου, που είχε ως αντικείμενο την κατασκευή σταθμού παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με φωτοβολταϊκά στοιχεία, εγκατεστημένης ισχύος 99,84 KWp και ανέλαβε να εκτελέσει η εργολάβος εταιρία «…… Α.Ε.» σε αγροτεμάχιο, ιδιοκτησίας της ανακόπτουσας, που βρίσκεται στη θέση «Κριθαριές» Βροχίτσας του Δήμου Ιορδανού του Νομού Ηλείας. Το έργο αυτό θα ολοκληρωνόταν μέσα σε εξήντα (60) εργάσιμες ημέρες με χρόνο έναρξης την πάροδο οκτώ (8) εργάσιμων ημερών από την υπογραφή του συμφωνητικού (17.5.2011) και η αποπεράτωσή του θα πάρετείνετο μόνο στην περίπτωση λόγων ανώτερης βίας, συμπεριλαμβανομένων και των δυσμενών καιρικών συνθηκών (άρθρο 10 του συμφωνητικού),καθόσον δε αφορά στην αμοιβή της εργολάβου εταιρίας με τα άρθρα (7) και (8) συμφωνήθηκαν επί λέξει τα εξής: «Η αμοιβή της εργολάβου για την εκτέλεση του έργου ανέρχεται σε τριακόσιες ογδόντα οκτώ χιλιάδες ευρώ (388.000 Ε). . . .
Το εργολαβικό τίμημα θα καταβάλλεται ως εξής: 1η καταβολή προκαταβολή 30.000 Ε με κατάθεση στον τραπεζικό λογαριασμό της εργολάβου μέχρι τις 20.5.2011. 2η καταβολή κατάθεση στον τραπεζικό λογαριασμό της εργολάβου ποσού 58.000 Ε με την έναρξη των εργασιών. 3η καταβολή δίγραμμες επιταγές αξίας 300.000 Ε εκδοθείσες με την υπογραφή του παρόντος και λήξεως 7 μηνών. Ρητά συμφωνείται ότι μετά τη σύνδεση με τη ΔΕΗ και την εκταμίευση των τραπεζικών δανείων, η αποπληρωμή των επιταγών της 3ης καταβολής, που αναφέρονται στον παραπάνω πίνακα, θα επισπευσθεί και θα πραγματοποιηθεί άμεσα πριν τις ημερομηνίες λήξεώς των. Σε περίπτωση καθυστέρησης της σύνδεσης με τη ΔΕΗ και κατ’επέκταση της δυνατότητας εκταμίευσης των τραπεζικών δανείων, η αποπληρωμή της 3ης καταβολής όπως αναφέρεται στον πίνακα θα παραταθεί ισόχρονα όσο απαιτηθεί».
Η εν λόγω δήλωση βούλησης των συμβαλλομένων είναι σαφής και είναι αυτή της έκδοσης των ως άνω επιταγών, μεταξύ των οποίων και της επίδικης, γεγονός που ουδόλως αμφισβητείται «αντί καταβολής» μέρους, ύψους 300.000 ευρώ, της συμφωνηθείσας εργολαβικής αμοιβής, ύψους 388.000 ευρώ, χωρίς να δημιουργείται κανένα κενό ή αμφιβολία στο Δικαστήριο γι’ αυτή (δήλωση βούλησης), ώστε να υποχρεούται να προσφύγει στα άρθρα 173 και 200 του ΑΚ για ανεύρεση αυτής (δήλωσης βούλησης), τελούσε δε η πληρωμή των επιταγών υπό την αναβλητική αίρεση της σύνδεσης του έργου με τη ΔΕΗ (άρα της αποπεράτωσης του έργου) και της εν συνεχεία εκταμίευσης των τραπεζικών δανείων, που θα καθιστούσαν δυνατή την εξόφληση των επιταγών, οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, ήταν μεταχρονολογημένες και πριν από το οκταήμερο χρονικό διάστημα, με εναρκτήριο χρόνο τον αναγραφόμενο σ’αυτές ως χρόνο έκδοσής τους, για την περίπτωση που η ως άνω αναβλητική αίρεση με τους παραπάνω όρους της επληρούτο σε χρόνο προγενέστερο αυτών που εφέροντο ως χρόνοι έκδοσής τους, αλλά και παράτασης του χρόνου πληρωμής αυτών ισόχρονου για την περίπτωση μη πλήρωσης των όρων της αναβλητικής αίρεσης (σύνδεση με τη ΔΕΗ – λήψη δανείων).
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το έργο δεν αποπερατώθηκε στο συμφωνημένο χρόνο με αποτέλεσμα η ανακόπτουσα με την από 25.10.2011 έγγραφη δήλωσή της, η οποία επιδόθηκε αυθημερόν στην εργολάβο εταιρία «……. Α.Ε.» (βλ. την …..’|25.10.2011 έκθεση επίδοσης του Δημητρίου Γκοτζιά), να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, ζητώντας και την επιστροφή των επιταγών, μεταξύ των οποίων και της επίδικης, πληροφορηθείσα δε (η ανακόπτουσα) τη μεταβίβαση των επιταγών από την εργολάβο εταιρία σε τράπεζες την 14.11.2011 ανακάλεσε την εντολή πληρωμής τους προς την πληρώτρια τράπεζα, ενώ ο λογαριασμός της είχε επαρκές υπόλοιπο, όπως προκύπτει και από την από 16.11.2011 βεβαίωση επί του σώματος της ένδικης επιταγής. Επίσης αποδείχθηκε, αλλά συνομολογείται και από την καθής η ανακοπή τράπεζα, ότι οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής, κατά το χρόνο κτήσης της ένδικης επιταγής (23.5.2011),έλαβαν γνώση της ύπαρξης του προαναφερόμενου ιδιωτικού συμφωνητικού μεταξύ της ανακόπτουσας και της «………. Α.Ε.».
Kαι ναι μεν οι όροι του συμφωνητικού αυτού, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η προαναφερθείσα αναβλητική αίρεση, δε μπορούσαν να δεσμεύουν την καθής, ως τρίτη, πλην όμως από μόνη την επισκόπηση αυτού (συμφωνητικού) ευχερώς γινόταν αντιληπτό και, συνεπώς, οι νόμιμοι εκπρόσωποι της γνώριζαν κατά το χρόνο κτήσης της ένδικης επιταγής την ύπαρξη της γεγενημένης ένστασης της ανακόπτουσας – εργοδότριας του έργου και εκδότριας της επιταγής – έναντι της λήπτριας αυτής εργολάβου εταιρίας, καθώς η αναβλητική αίρεση καθιστούσε αβέβαιη και επισφαλή την αξίωση της τελευταίας, γεγονός που έπρεπε να τους αποτρέψει (τους νόμιμους εκπροσώπους της καθής) να δεχθούν την ως άνω ενεχυριακή οπισθογράφηση, προστατεύοντας έτσι τα συμφέροντά της. Παρά ταύτα ενήργησαν αυτοί αντίθετα, γνωρίζοντας ότι στερούσαν έτσι από την ανακόπτουσα τη δυνατότητα προβολής της εν λόγω ένστασης, αφού η καθής η ανακοπή, ως ενεχυρούχος δανείστρια, αποκτούσε δυνάμει της ενεχυριακής οπισθογράφησης αυτοτελή και ανεξάρτητη νομική θέση έναντι της ενεχυραστή οπισθογράφου (ΑΠ 343/2013 ΕΕμπΔ 2013.860, ΑΠ 440/2012 ΕΕμπΔ 2012.646).
Ενήργησαν, συνεπώς, με σκοπό να βλάψουν την ανακόπτουσα και να οφελήσουν την καθής, αφού η τελευταία απέκτησε ένα επιπλέον οφειλέτη για είσπραξη μέρους του ποσού της υπ’αριθμ. ……|23.2.1999 σύμβασης πίστωσης με ανοιχτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, που τηρούσε με την πιστούχο εταιρία «…… Α.Ε.», η οποία ήδη από τις αρχές του έτους 2011 άρχισε να εμφανίζει κλιμακούμενο οικονομικό πρόβλημα, αιτία που τελικώς ανάγκασε αυτή να υποβάλει την από 19.11.2011 αίτηση για υπαγωγή της στη διαδικασία εξυγίανσής της (άρθρου 99 του Ν. 3588/2007),η οποία και απορρίφθηκε με την …/2012 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια να κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης, ύστερα από σχετική δήλωσή της, ενώ και την καθής η ανακοπή ανάγκασε να καταγγείλει την 28.11.2012 την υφιστάμενη μεταξύ τους σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού με χρεωστικό υπόλοιπο 1.772.863,20 ευρώ.
Ενόψει όλων των παραπάνω, εφόσον αποδείχθηκε ότι η καθής η ανακοπή κατά το χρόνο κτήσης της ένδικης επιταγής αφενός γνώριζε τη γεγεννημένη ένσταση της ανακόπτουσας κατά της ενεχυράστρίας οπισθογράφου εταιρίας «…….. Α.Ε.» και αφετέρου καθιστάμενη κομίστρια της ένδικης επιταγής ενήργησε με σκοπό βλάβης της ανακόπτουσας, δηλαδή με σκοπό να ματαιώσει την προβολή της ένστασής της, που απέρρεε από τη διαλαμβανόμενη στην προαναφερθείσα σύμβαση έργου αναβλητική αίρεση πληρωμής της επιταγής αυτής, είναι βάσιμοι κατ’ουσίαν οι σχετικοί λόγοι της ανακοπής (1ος και 2ος), σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην προεκτεθείσα νομική σκέψη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε τα αντίθετα και απέρριψε τους παραπάνω λόγους ανακοπής ως αβάσιμους κατ’ουσίαν, έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων, ώστε είναι βάσιμοι οι λόγοι της έφεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, που ανάγονται όλοι σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ως εκ τούτου δε πρέπει η έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι να γίνουν δεκτοί ως βάσιμοι κατ’ουσίαν.
Ύστερα από αυτά πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και στη συνέχεια, αφού κρατηθεί η υπόθεση και συνεκδικαστούν η υπ’ αριθμ. κατάθεσης …./2011 ανακοπή και οι υπ’αριθμ. κατάθεσης …../2011 και …./2012 πρόσθετοι λόγοι αυτής, να γίνουν δεκτοί η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι ως βάσιμοι κατ’ουσίαν, χωρίς να ερευνηθεί η βασιμότητα και των λοιπών λόγων της ανακοπής, γιατί η εξέτασή τους παρέλκει και να ακυρωθεί η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής ως προς την ανακόπτουσα. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν, γιατί η ερμηνεία της διάταξης νόμου που εφαρμόστηκε (άρθρο 22 του Ν. 5960/1933), ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρο 179 και 183 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ κατ’αντιμωλία των διαδίκων την υπ’ αριθμ. κατάθεσης …./2013 έφεση και τους υπ’αριθμ. κατάθεσης …./2014 και …./2014 πρόσθετους λόγους αυτής.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν την παραπάνω έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την ……/2013 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου για την άσκηση της έφεσης σ’αυτόν που το κατέθεσε (αριθμός διπλοτύπου …../2011) .
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ επί της ουσίας την υπ’αριθμ. κατάθεσης …./2011 ανακοπή και τους υπ’αριθμ. κατάθεσης …./2011 και …./2012 πρόσθετους λόγους αυτής.
ΔΕΧΕΤΑΙ την παραπάνω ανακοπή και τους πρόσθετους λόγους αυτής.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ’αριθμ. …./2011 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ως προς την ανακόπτουσα εταιρία με την επωνυμία «…….. Ε . Ε. ».
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του στη Θεσσαλονίκη, την 25 Αυγούστου 2015 απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.