Προστασία ατόμων με ειδικές ανάγκες. Εργασία.

Αριθμός 5090/1997

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β`

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Ιουνίου 1997 με την εξής σύνθεση :

Θ. Χατζηπαύλου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου του Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Φ. Στεργιόπουλος, Ε. Γαλανού, Σύμβουλοι, Ε. Σαρπ, Ηρ. Τσακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Στεργιοπούλου.

Για να δικάσει την από 18 Ιανουαρίου 1996 αίτηση : τ η ς …………………, κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός ……………………, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Δημήτριο Τσαγκαλίδη (Α.Μ. 2176), που τον διόρισε στο ακροατήριο, κ α τ ά του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Θεσσαλονίκης, το οποίο δεν παρέστη.

Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα επιδιώκει να αναιρεθεί η 640/1995 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Ε. Σαρπ. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αναιρεσείουσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη, σε αίθουσα του Δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη (με το υπκαριθ. 2143091/1996 διπλότυπο εισπράξεως της Δ.Ο.Υ. Ενσήμων και Δικαστικών Εισπράξεων Θεσσαλονίκης και κινητό επίσημα) και το παράβολο (υπκαριθ. 1176551/1996 ειδικό γραμμάτιο παραβόλου Ακ σειράς).

2. Επειδή, με την 386/29-6-1992 απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 8 του Ν. 1648/1986 της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης η αναιρεσείουσα, άτομο με ειδικές ανάγκες (τυφλή 100%), διετέθη στο αναιρεσίβλητο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου προκειμένου να διορισθεί υποχρεωτικώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του εν λόγω νόμου, σε θέση υπαλλήλου του κλάδου ΔΕ τηλεφωνητών.

Με την από 18-8-1992 εξώδικη δήλωσή της προς το ανωτέρω νομικό πρόσωπο η αναιρεσείουσα διαμαρτυρήθηκε για τον μέχρι την ημερομηνία εκείνη μη διορισμό της και δήλωσε ότι θα προσέλθει στα γραφεία αυτού για να αναλάβει υπηρεσία την 31-8-1992.

Στις 5-1-1993 η αναιρεσείουσα άσκησε ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης το από 28-12-1992 ένδικο μέσο, που χαρακτηρίζεται στο σχετικό δικόγραφο ως αίτηση ακυρώσεως, κατά της σιωπηρής αρνήσεως του αναιρεσιβλήτου νομικού προσώπου να εκδώσει απόφαση περί διορισμού της.

Το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης με την υπκαριθ. 324/1993 απόφασή του έκρινε ότι οι ατομικές διοικητικές πράξεις, με τις οποίες αποκαθίστανται μειονεκτούντα άτομα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1648/1986, καθώς και οι αρνήσεις αποκαταστάσεως τέτοιων ατόμων, πρέπει να θεωρηθούν ότι εκδίδονται κατεφαρμογήν της νομοθεσίας περί προστασίας αναπήρων, κατά την έννοια του άρθρου 7 παρ. 1 περ. β του Ν. 702/1977, και ότι, επομένως, οι διαφορές που γεννώνται από τις εν λόγω πράξεις ή αρνήσεις υπάγονται ως διοικητικές διαφορές ουσίας στην αρμοδιότητα των τριμελών διοικητικών πρωτοδικείων.

Κατόπιν τούτου το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι το ένδικο μέσο που είχε ασκήσει ενώπιόν του η αναιρεσείουσα ανήκει στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, στο οποίο και το παρέπεμψε προκειμένου να εκδικασθεί ως προσφυγή ουσίας.

Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, με την υπ` αριθ. 3781/1994 απόφασή του, αφού δέχθηκε ότι η ανωτέρω παραπεμπτική απόφαση του διοικητικού εφετείου ήταν υποχρεωτική γι` αυτό, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 34 παρ. 1 του Ν. 1968/1991, εξεδίκασε το παραπεμφθέν ενώπιόν του ένδικο μέσο ως προσφυγή ουσίας και έκρινε ότι η προσβληθείσα μκαυτό σιωπηρή άρνηση του αναιρεσιβλήτου νομικού προσώπου δεν ήταν νόμιμη και έπρεπε να ακυρωθεί.

Κατά της πρωτόδικης αυτής αποφάσεως το αναιρεσίβλητο νομικό πρόσωπο άσκησε έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ` αριθ. 640/1995 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Με την απόφαση αυτή το διοικητικό εφετείο, αφού έκρινε ότι δεσμευόταν να δικάσει την υπόθεση ως διαφορά ουσίας από την προηγούμενη υπκαριθ. 324/1993 απόφασή του, κατά της οποίας δεν ασκήθηκε αίτηση αναιρέσεως δέχθηκε την έφεση, εξαφάνισε την υπ` αριθ. 3781/1994 απόφαση του διοικητικού πρωτοδικείου και απέρριψε το εκδικασθέν ως προσφυγή ένδικο μέσο της αναιρεσείουσας, με την αιτιολογία ότι είχε ασκηθεί εκπροθέσμως.

Με την κρινόμενη αίτηση η αναιρεσείουσα ζητεί την αναίρεση της τελευταίας αυτής 640/1995 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Η αίτηση όμως πρέπει να ερμηνευθεί ως στρεφόμενη και κατά της ανωτέρω υπ` αριθ. 324/1993 παραπεμπτικής αποφάσεως του ίδιου δικαστηρίου, η οποία δεν υπέκειτο μεν αυτοτελώς σε αίτηση αναιρέσεως, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 53 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (Φ. 8), (βλ. Σ.τ.Ε. 3383/92) αλλά πρέπει να θεωρηθεί ήδη ως συμπροσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση, εφόσον περιέχει οριστική διάταξη ως προς το αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση του ασκηθέντος από την αναιρεσείουσα ενδίκου μέσου, με το οποίο το πρώτον εισήχθη η υπόθεση ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.

3. Επειδή, όπως προκύπτει από την υπ` αριθ. 4157 της 23-4-1996 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Αποστόλου Σάρρου, στο αναιρεσίβλητο νομικό πρόσωπο επιδόθηκαν νομίμως, με επιμέλεια της αναιρεσείουσας, κατά το άρθρο 21 παρ. 4 του Π.Δ. 18/1989, αντίγραφα της κρινόμενης αιτήσεως και της από 19-3-1996 πράξεως του Προέδρου του Ακ Τμήματος, στο οποίο το πρώτον είχε εισαχθεί η αίτηση αυτή.

Εξάλλου, όπως προκύπτει από το από 20-5-1997 αποδεικτικό επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Δημητρίου Τσανίδη, μετά την διαγραφή της κρινόμενης αιτήσεως από το πινάκιο του Α` Τμήματος, στο αναιρεσίβλητο νομικό πρόσωπο επιδόθηκε νομίμως αντίγραφο της από 7-5-1997 πράξεως του Προέδρου του Β` Τμήματος, με την οποία ορίσθηκε εισηγητής και δικάσιμος της υποθέσεως ενώπιον του Τμήματος αυτού.

Με τα δεδομένα αυτά η κρινόμενη αίτηση, η οποία ασκήθηκε και κατά τα λοιπά παραδεκτώς, είναι τύποις δεκτή, νομίμως δε συζητήθηκε κατά την δικάσιμο της 11-6-1997 ενώπιον του Β` Τμήματος, παρά την μη παράσταση του αναιρεσιβλήτου, και, επομένως πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω. 4. Επειδή, κατά το άρθρο 1 του Ν. 702/1977 (Φ. 268) “1. Εις την αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου υπάγεται και η εις πρώτον βαθμόν εκδίκασις αιτήσεων ακυρώσεως ατομικών πράξεων των διοικητικών αρχών αφορωσών : α. εις τον διορισμόν και την εν γένει υπηρεσιακήν κατάστασιν των υπαλλήλων (πολιτικών και στρατιωτικών) του Δημοσίου, των Δήμων και Κοινοτήτων και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, β. . . ., γ. . . . 2.

Της κατά την προηγουμένην παράγραφον αρμοδιότητος του τριμελούς διοικητικού εφετείου εξαιρούνται, εξακολουθούσαι υπαγόμεναι εις την κατά πρώτον και τελευταίον βαθμόν αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας αιτήσεις ακυρώσεως αφορώσαι : α. εις τον διορισμόν ή πρόσληψιν και την υπηρεσιακήν εν γένει κατάστασιν των ανωτάτων υπαλλήλων, β. . . .”, κατά δε το άρθρο 5 παρ. 1 του ίδιου νόμου (βλ. ήδη άρθρο 58 παρ. 1 Π.Δ. 18/1989) η εκδιδομένη επί της αιτήσεως ακυρώσεως οριστική απόφαση του διοικητικού εφετείου υπόκειται σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 7 παρ. 1 εδ. β του ανωτέρω νόμου “Εις την αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου υπάγονται αι διοικητικαί διαφοραί ουσίας αι αναφυόμεναι εκ της αναγνωρίσεως, παραχωρήσεως ή απονομής δικαιώματος ή ευεργετήματος ή οιασδήποτε άλλης παροχής, της αρνήσεως ικανοποιήσεως, εν όλω ή εν μέρει, τοιούτου αιτήματος, . . . κατά την εφαρμογήν της νομοθεσίας :

α) . . . β) Περί προστασίας εν γένει αναπήρων και θυμάτων πολέμου, πολεμοπαθών, αγωνιστών εθνικής αντιστάσεως, εφέδρων παλαιών και νέων πολεμιστών, αστών προσφύγων παραπηγματούχων, σεισμοπαθών και πληγέντων εκ θεομηνιών, γ) . . .” και κατά το άρθρο 8 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 20 του Ν. 1868/1989 (Φ. 230), η απόφαση του διοικητικού πρωτοδικείου υπόκειται σε έφεση ενώπιον του τριμελούς διοικητικού εφετείου, η απόφαση δε του τελευταίου αυτού σε αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 του Π.Δ. 309/1986 (Φ. 136) “Στο Α` Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται : 1. Η εκδίκαση, με την επιφύλαξη των διατάξεων που προβλέπουν την άσκηση ουσιαστικών ενδίκων μέσων, των αιτήσεων ακυρώσεως πράξεων εκδιδομένων κατκεφαρμογήν της νομοθεσίας :

α) . . .

β) . . .

γ) της προστασίας γενικά αναπήρων και θυμάτων πολέμου, πολεμοπαθών, αγωνιστών εθνικής αντιστάσεως, εφέδρων παλαιών και νέων πολεμιστών, εφόσον δεν πρόκειται για τοποθέτηση ή απόλυση και γενικά μεταβολή της υπηρεσιακής καταστάσεως όλων αυτών ως υπαλλήλων του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου,

δ) . . .

2. Η εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως του άρθρου 8 του Ν. 702/1977 . . .

3. Η εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως των αναφερομένων στις υποθέσεις των εδαφίων β`, γ`, δ`, ε`, στ`, η` και ι` της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου 1406/1983 . . .

4. Η εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του Ν.Δ. 170/1973 . . . που αφορούν στα αντικείμενα των δύο προηγουμένων παραγράφων”. Κατά το άρθρο 3 του ως άνω Π.Δ. 309/1986 “Στο Γ` Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται :

1. Η εκδίκαση . . . των αιτήσεων περί ακυρώσεως πράξεων που αφορούν : α) . . . β) Στο διορισμό και την υπηρεσιακή κατάσταση γενικά των υπαλλήλων ξαπολιτικών . . . και στρατιωτικών, του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. γ) . . .

2. Η εκδίκαση των εφέσεων του άρθρου 5 του Ν. 702/1977 . . .

3. . . .

4. Η εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως των αναφερομένων στα εδάφια ζ` και θ` της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 1406/1983 . . . υποθέσεων . . .”. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 2 του ίδιου ως άνω Π.Δ/τος “Στο Β` Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται :

1. . . .

2. Η εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως του άρθρου 53 παράγραφοι 1 και 3 του Ν.Δ. 170/1973 . . ., με εξαίρεση των αναφερομένων στις παραγράφους 2, 3 και 4 του προηγούμενου άρθρου και στην παράγραφο 4 του επόμενου άρθρου”. Εξάλλου, με το άρθρο 1 παρ. 2 του Π.Δ. 239/1994 (Φ. 135) προστέθηκε στο προαναφερθέν Π.Δ. 309/1986 άρθρο 6, με το οποίο ορίζονται τα εξής : “Στο ΣΤ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται :

1. Η εκδίκαση των αιτήσεων ακυρώσεως κατά πράξεων που αφορούν : α) . . . β) . . . γ) Στην εφαρμογή της νομοθεσίας της σχετικής με την επιβολή φόρων, εισφορών, τελών και συναφών δικαιωμάτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. δ) Στην εφαρμογή της νομοθεσίας των δασμών και συναφών με αυτούς τελών και δικαιωμάτων . . .

2. Η εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως των αναφερομένων στις υποθέσεις των εδαφ. θ και ια της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 1406/1983 . . .

3. Η εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως του άρθρου 53 παρ. 1 και 3 του Π.Δ/τος 18/1989 . . ., που αφορούν τα αντικείμενα των περιπτώσεων γ και δ της ανωτέρω παρ. 1 . . .

4. . . .”. Τέλος, στην παράγραφο 8 του άρθρου 14 του Ν.Δ. 170/1973 (ήδη άρθρο 14 Π.Δ. 18/1989), η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 1 του Ν. 1968/1991 (Φ. 150), ορίζονται κατηγορίες υποθέσεων που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Ε` Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας.

5. Επειδή, από τη δάταξη του άρθρου 2 παρ. 2 του ανωτέρω Π.Δ. 309/1986 συνάγεται ότι το τεκμήριο αρμοδιότητος για τις ασκούμενες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας αιτήσεις αναιρέσεως λειτουργεί πάντοτε υπέρ του Β` Τμήματος και, επομένως, όλες οι ασκούμενες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας αιτήσεις αναιρέσεως, εφόσον δεν ορίζεται ειδικώς ότι υπάγονται σε άλλο Τμήμα, ανήκουν στην αρμοδιότητα του Β` Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Κατκακολουθίαν τούτων η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, η οποία στρέφεται κατκαποφάσεως διοικητικού δικαστηρίου επιληφθέντος διαφοράς γεννηθείσης από την σιωπηρή άρνηση του αναιρεσιβλήτου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου να προβεί στον διορισμό της αναιρεσείουσας σε θέση υπαλλήλου του κλάδου ΔΕ τηλεφωνητών, κατκεφαρμογήν των διατάξεων του Ν. 1648/1986, ανήκει στην αρμοδιότητα του Β` Τμήματος, εφόσον δεν περιλαμβάνεται στις ρυθμίσεις ούτε των άρθρων 1, 3 και 6 του Π.Δ. 309/1986 ούτε του άρθρου 14 παρ. 8 του Ν.Δ. 170/1973. ειδικότερα, η κρινόμενη αίτηση δεν ανήκει στην αρμοδιότητα του Ακ Τμήματος, διότι σκαυτό υπάγονται οι αιτήσεις αναιρέσεως κατκαποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων εκδοθεισών επί διαφορών, οι οποίες ανεφύησαν μεν κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί προστασίας αναπήρων και μειονεκτούντων προσώπων, στην οποία εντάσσεται και ο ανωτέρω Ν. 1648/1986, δεν αφορούν όμως την τοποθέτηση ή απόλυση και γενικά μεταβολή της υπηρεσιακής καταστάσεως των προσώπων αυτών ως υπαλλήλων του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (βλ. Σ.τ.Ε. 41/93).

Εξάλλου, η κρινόμενη αίτηση δεν ανήκει στην αρμοδιότητα ούτε του Γκ Τμήματος, διότι στο Τμήμα αυτό υπάγεται, μετά την έναρξη ισχύος του Π.Δ. 239/1994, η εκδίκαση μόνον των αιτήσεων αναιρέσεως των αναφερομένων στις υποθέσεις του εδαφίου ζ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 1406/1983.

6.Επειδή, από το συνδυασμό των παρατεθεισών ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1 εδ. α, παρ. 2 εδ. α, 5 του Ν. 702/1977 και 3 παρ. 1 εδ. β και παρ. 2 του Π.Δ. 309/1986 προκύπτει ότι πράξεις ή παραλείψεις διοικητικού οργάνου, που αφορούν την αποκατάσταση προσώπων, κατκεφαρμογήν των διατάξεων του Ν. 1648/1986, με την μορφή του διορισμού τους σε δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου γεννούν ακυρωτικές διαφορές, για την εκδίκαση των οποίων αρμόδια είναι, εφόσον ο διορισμός αφορά θέση μη ανωτάτου υπαλλήλου, σε πρώτο βαθμό τα τριμελή διοικητικά εφετεία και σε δεύτερο βαθμό, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, το Γ` Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. Σ.τ.Ε. 41/93, 4462, 4491/96).

Συνεπώς, εν προκειμένω η παράλειψη του αναιρεσιβλήτου Ν.Π.Δ.Δ. “………………………………………” να προβεί, κατκεφαρμογήν των διατάξεων του Ν. 1648/1986, στον διορισμό της αναιρεσείουσας σε θέση υπαλλήλου του κλάδου ΔΕ τηλεφωνητών, δηλαδή θέση μη ανωτάτου υπαλλήλου, γεννά ακυρωτική διαφορά, για την εκδίκαση της οποίας σε πρώτο βαθμό αρμόδιο είναι το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης.

Ενόψει τούτου η θεωρηθείσα ως συμπροσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση υπκαριθ. 324/1993 εν μέρει οριστική απόφαση του διοικητικού αυτού εφετείου, με την οποία κρίθηκε ότι η εν λόγω διαφορά είναι ουσιαστική και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης καθώς και η προσβαλλόμενη υπκαριθ. 640/1995 οριστική απόφαση του ίδιου εφετείου, με την οποία εκδικάσθηκε σε βκ βαθμό ως ουσιαστική η διαφορά αυτή, δεν είναι νόμιμες και πρέπει, για τον λόγο αυτό, ερευνώμενο αυτεπαγγέλτως ως αναγόμενο στη δικαιοδοσία του δικάσαντος δικαστηρίου (βλ. Σ.τ.Ε. 2320/91), να αναιρεθούν.

Κατόπιν τούτου είναι περιττή η έρευνα των προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως, το δε Δικαστήριο, δικάζοντας περαιτέρω την υπόθεση, κρίνει ότι πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση του αναιρεσιβλήτου νομικού προσώπου για τον ίδιο ως άνω αυτεπαγγέλτως ερευνώμενο λόγο, να εξαφανισθεί η υπκαριθ. 3781/1994 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και να παραπεμφθεί το από 28-12-1992 ένδικο μέσο της αναιρεσείουσας, με το οποίο το πρώτον εισήχθη η υπόθεση στα διοικητικά δικαστήρια, στο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης για να εκδικασθεί ως αίτηση ακυρώσεως.

Δ ι ά τ α ύ τ α Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.

Αναιρεί τις υπκαριθ. 324/1993 και 640/1995 αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, κατά τα εκτιθέμενα στο σκεπτικό.

Διατάσσει την απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου.

Δικάζοντας επί της από 20-3-1995 εφέσεως του Ν.Π.Δ.Δ. “………….. …………………” δέχεται αυτήν.

Εξαφανίζει την υπκαριθ. 3781/1994 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, κατά τα εκτιθέμενα στο σκεπτικό.

Παραπέμπει την από 28-12-1992 αίτηση ακυρώσεως της αναιρεσείουσας στο Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης. Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 12 Νοεμβρίου 1997 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 17ης Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας Θ. Χατζηπαύλου Π. Στεργιοπούλου

GreekEnglish